115/2016 ΜονΕφΛαρ (ψυχική οδύνη – αντικ. ευθύνη ιδιοκτήτη και ασφ. εταιρίας – μη αιτιώδης συνάφεια θανάτου με προϋπάρχοντα προβλήματα υγείας)

115/2016                                                                    

Πρόεδρος: Ηλ. Τουλίγκος

Δικηγόροι: Λεων. Γκότης, Κων. Ευθυμίου, Λεων. Φλωράτος

 

Το κεφάλαιο ψυχικής οδύνης συνέχεται αναγκαστικά με το εκκληθέν κεφάλαιο της συνυπαιτιότητας.

Μη εφαρμογή του ν. ΓΠΝ/1911 και μη αντικειμενική ευθύνη του ιδιοκτήτη οχήματος και της ασφ. εταιρίας για ζημίες τρίτων, όταν το ζημιογόνο όχημα είναι σταθμευμένο και δεν βρίσκεται σε λειτουργία.

Αποκλειστική υπαιτιότητα οδηγού, που στάθμευσε το όχημα κάθετα σε πεζοδρόμιο με κατά μήκος αυτού ξύλινη δοκό προεξέχουσα από το πίσω μέρος του, με αποτέλεσμα να μην την αντιληφθεί διερχόμενος πεζός που χτύπησε το κεφάλι του επ’ αυτής.

Μη αιτιώδης συνάφεια στην επέλευση του θανάτου ορισμένων προβλημάτων υγείας του θανόντος λόγω και της ηλικίας του.

 

{…} Με την υπ’ αριθ. κατ. 676/2013 αγωγή τους, που άσκησαν ενώπιον του ως άνω Δικαστηρίου, οι ενάγοντες, ιστορούσαν, ότι ο πρώτος εναγόμενος είχε σταθμεύσει το υπ’ αριθ. κυκλ. … ΙΧΕ αυτοκίνητο, ιδιοκτησίας του δεύτερου εναγόμενου, κάθετα στο πεζοδρόμιο, έχοντας στερεώσει πάνω σ’ αυτό μια ξύλινη δοκό που προεξείχε δυο μέτρα από το πίσω μέρος του οχήματος. Ότι τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή ο Κ. Β., σύζυγος της πρώτης εξ αυτών, πατέρας των δυο λοιπών εξ αυτών και παππούς των δυο τελευταίων, κινούμενος επί του πεζοδρομίου τραυματίσθηκε από τη δοκό, έπεσε στο οδόστρωμα και υπέστη θανάσιμο τραυματισμό. Ζητούσαν, λοιπόν, να αναγνωρισθεί ότι υποχρεούνται οι εναγόμενοι ευθυνόμενοι αλληλεγγύως και εις ολόκληρον έκαστος να καταβάλουν στην πρώτη εξ αυτών το ποσόν των 50.000 Ε, στους 2ο και 3ο εξ αυτών το ποσόν των 40.000 Ε σε έκαστο και στους 4ο και 5ο εξ αυτών το ποσόν των 15.000 Ε σε έκαστο, ως χρηματική ικανοποίηση για την ψυχική οδύνη που υπέστησαν από το θάνατο του συγγενούς τους και όλα τα ως άνω ποσά με το νόμιμο τόκο από την επόμενη ημέρα της επίδοσης της αγωγής και μέχρις εξοφλήσεως και να καταδικασθούν οι εναγόμενοι στη δικαστική τους δαπάνη. Ο δεύτερος εναγόμενος άσκησε την υπ’ αριθ. κατ. 832/2013 παρεμπίπτουσα αγωγή, με την οποία ζητούσε να υποχρεωθεί η παρεμπιπτόντως εναγόμενη να καταβάλει στον ίδιο ό,τι τυχόν υποχρεωθεί να καταβάλει αυτός στους κυρίως ενάγοντες.

Επί της ως άνω αγωγής και της παρεμπίπτουσας αγωγής, που συνεκδικάσθηκαν αντιμωλία των διαδίκων, εκδόθηκε η ως άνω εκκαλούμενη απόφαση, με την οποία το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο έκρινε ότι το φερόμενο ζημιογόνο όχημα δεν βρισκόταν σε λειτουργία κατά το χρόνο του ατυχήματος και ως εκ τούτου δεν έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του ν. ΓΠΝ/1911 που εφαρμόζεται μόνο όταν το αυτοκίνητο βρίσκεται σε λειτουργία, ότι ο πρώτος εναγόμενος οδηγός είναι αποκλειστικά υπαίτιος του ατυχήματος και του θανάσιμου τραυματισμού του Κ. Β., απέρριψε την αγωγή ως προς το δεύτερο των εναγόμενων και την παρεμπίπτουσα αγωγή στο σύνολό της, έκανε εν μέρει δεκτή την κύρια αγωγή ως προς τον πρώτο εναγόμενο και αναγνώρισε ότι υποχρεούται αυτός να καταβάλει στην πρώτη ενάγουσα {…}. Κατά της απόφασης αυτής παραπονούνται οι διάδικοι (πρώτος εναγόμενος και ενάγοντες της κύριας αγωγής) με τις υπό κρίση εφέσεις και με τους διαλαμβανόμενους σ’ αυτές λόγους, αναγόμενους στην εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητούν την εξαφάνιση αυτής, κατά τα προσβαλλόμενα με τους λόγους των άνω δικογράφων κεφάλαιά της. Ειδικότερα, ο πρώτος εναγόμενος με τους λόγους της έφεσής του πλήττει την εκκαλουμένη απόφαση ως προς το κεφάλαιο της υπαιτιότητας του θανασίμως τραυματισθέντος συγγενούς των εναγόντων στην πρόκληση του ατυχήματος και ως εκ τούτου το κεφάλαιο περί επιδικάσεως χρηματικής ικανοποίησης λόγω ψυχικής οδύνης που συνέχεται αναγκαστικά με το κεφάλαιο της συνυπαιτιότητας (ΕφΘεσ 2034/2014 Νόμος) καθώς και ως προς το ότι ο θάνατός του οφείλεται στη βεβαρυμένη υγεία του και ζητεί την ακύρωση και εξαφάνιση της εκκαλουμένης εις τρόπον ώστε να απορριφθεί εξ ολοκλήρου η αγωγή των εναγόντων. Οι ενάγοντες πλήττουν την εκκαλουμένη ως προς την κρίση του Δικαστηρίου ότι το ζημιογόνο όχημα δεν βρισκόταν σε λειτουργία καθώς και ως προς το ύψος των επιδικασθέντων σε βάρος τους δικαστικών εξόδων του δεύτερου εναγόμενου και ζητούν να γίνει δεκτή η αγωγή τους στο σύνολό της.

Από τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων … αποδείχθηκαν τα ακόλουθα: Στις 28.7.2009 και περί 13:00 περίπου ο πρώτος εναγόμενος, Σ. Β. είχε σταθμεύσει το υπ’ αριθ. κυκλ. … ΙΧΕ αυτοκίνητο ιδιοκτησίας του δεύτερου εναγόμενου επί της οδού Ν. στο ύψος του αριθ. … στην πόλη Λ. απέναντι από το κατάστημα πώλησης τζαμιών και κρυστάλλων του εμπόρου Ν. Ο., προκειμένου να παραλάβει από εκεί ένα τζάμι. Το ως άνω όχημα είχε σταθμεύσει ο πρώτος εναγόμενος διαγωνίως επάνω στο πεζοδρόμιο, καταλαμβάνοντας όλο το πλάτος αυτού περί 1-1,5 μ., με το οπίσθιο τμήμα του οχήματος να βλέπει προς την είσοδο του υπάρχοντος εκεί υπογείου σταθμού στάθμευσης οχημάτων, με αποτέλεσμα να παρεμποδίζεται η έξοδος των οχημάτων καθώς και η βάδιση των τυχόν διερχόμενων πεζών στο πεζοδρόμιο. Επάνω στο αυτοκίνητο ο πρώτος εναγόμενος είχε τοποθετήσει κατά μήκος αυτού μια ξύλινη δοκό που είχε προσδεμένη σ’ αυτό μήκους 4,5 μ., ούτως ώστε αυτή να προεξέχει περίπου 0,5 -1 μ. προς το πίσω τμήμα του αυτοκινήτου, συνολικού μήκους 4,006 μ., προεξείχε δε της οροφής του αυτοκινήτου προς τα πίσω 0,761 μ. και προς τα μπροστά περί το 1,5 μ. και στηριζόταν πάνω στην οροφή του αυτοκινήτου σε μήκος περίπου 1,5 μ.. Οι οπίσθιοι τροχοί βρισκόταν στο τέλος του πεζοδρομίου πάνω στην άσφαλτο και ως εκ τούτου το οπίσθιο τμήμα του αυτοκινήτου, ήτοι από τα οπίσθια ελαστικά και εντεύθεν, μήκους 0,8 μ. περίπου προεξείχε του πεζοδρομίου προς το δρόμο, με αποτέλεσμα τμήμα της δοκού να εκτείνεται προς το οδόστρωμα. Το ως άνω όχημα ως προαναφέρθηκε βρισκόταν σταθμευμένο επάνω στο πεζοδρόμιο και αφού δεν βρισκόταν σε λειτουργία δεν εφαρμόζεται ο ν. ΓΠΝ/1911 ούτε θεμελιώνεται αντικειμενική ευθύνη του ιδιοκτήτη του οχήματος και της ασφαλιστικής εταιρίας που ασφάλιζε το όχημα για τις τυχόν προκληθείσες ζημίες σε τρίτους και ως εκ τούτου ο σχετικός λόγος έφεσης πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος, όπως ορθά έκρινε το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο.

Την ίδια χρονική στιγμή ο Κ. Β., σύζυγος της πρώτης ενάγουσας, πατέρας των δυο επομένων εναγόντων και παππούς των δυο υπολοίπων εναγόντων κινούνταν πεζός στην οδό Ν. επί του οδοστρώματος με κατεύθυνση προς το κατάστημα τζαμιών του Ο., έχοντας αριστερά ως προς την πορεία του το ως άνω σταθμευμένο αυτοκίνητο. Καθώς διέρχονταν από δεξιά το ως άνω όχημα, επί του οποίου ως προαναφέρθηκε ήταν τοποθετημένη η δοκός που όμως δεν είχε επισημανθεί από τον πρώτο εναγόμενο, ο Κ. Β. δεν αντιλήφθηκε αυτήν (δοκό), χτύπησε το κεφάλι του επ’ αυτής και επέπεσε στο οδόστρωμα. Από το χτύπημα στη δοκό και την αμέσως μετά πτώση του υπέστη βαρύτατες θλαστικές κακώσεις της κεφαλής και του θώρακα, μεταφέρθηκε στο Γενικό Νοσοκομείο Λ., όπου και απεβίωσε μετά από ολιγόωρη νοσηλεία. Σύμφωνα με την υπ’ αριθ. πρωτ. …/2009 ιατροδικαστική έκθεση νεκροψίας – νεκροτομής του ιατροδικαστή Ι. Χ. ο θάνατός του οφείλεται σε ισχαιμική αλλοίωση του μυοκαρδίου της αριστερής κοιλίας επί εδάφους βαριών αθηροσκληρυντικών αλλοιώσεων των στεφανιαίων αρτηριών καρδιάς και βαρύτατων θλαστικών κακώσεων της κεφαλής και του θώρακα. Ο εναγόμενος ισχυρίζεται με το λόγο έφεσής του ότι ο θάνατός του οφείλεται σε καρδιακό επεισόδιο που υπέστη και στα προβλήματα υγείας που είχε σε συνδυασμό με το προκεχωρημένο της ηλικίας του (80 ετών) που προκάλεσαν την πτώση του και κατ’ επέκταση το θάνατό του. Όπως αποδείχθηκε από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά μέσα, ο θανών είχε ορισμένα προβλήματα υγείας λόγω και της ηλικίας του, πλην όμως αυτά δεν συντέλεσαν στην επέλευση του θανάτου του αλλά το χτύπημα στη δοκό και η πτώση του στο οδόστρωμα και γι’ αυτό ο σχετικός λόγος έφεσης πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμος, ως ορθά εκτιμήθηκε από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο.

Επίσης ο έτερος λόγος έφεσης του πρώτου εναγόμενου ότι το όχημα του δεν το είχε σταθμεύσει επάνω στο πεζοδρόμιο αλλά στο οδόστρωμα κανονικά χωρίς να παρεμποδίζεται η έξοδος από τον υπόγειο χώρο στάθμευσης οχημάτων καθώς και η διέλευση πεζών κρίνεται απορριπτέος ως ουσιαστικά αβάσιμος, αφού προέκυψε πέραν πάσης αμφιβολίας κυρίως από τις προσκομιζόμενες φωτογραφίες ότι το ζημιογόνο όχημα ήταν σταθμευμένο επί του πεζοδρομίου. Άλλωστε, αν ήταν σταθμευμένο στο οδόστρωμα ουδόλως θα εμπόδιζε την κίνηση των πεζών και δεν θα προκαλούνταν το ατύχημα, ο δε όψιμος ισχυρισμός του πρώτου εναγόμενου ότι μετά το ατύχημα το μετακίνησε και το τοποθέτησε στην επίδικη θέση για να διευκολύνει το έργο της αστυνομίας και την διακομιδή του τραυματισθέντος από τους νοσηλευτές του ασθενοφόρου κρίνεται απορριπτέος ως ουσιαστικά αβάσιμος, καθόσον αν βρισκόταν σταθμευμένο νόμιμα επί της οδού ουδόλως θα παρεμπόδιζε την κυκλοφορία και την κίνηση του ασθενοφόρου. Επίσης το γεγονός ότι στην περιοχή η ανεύρεση χώρου στάθμευσης είναι δύσκολη και ο ίδιος στάθμευσε για λίγο το όχημά του προκειμένου να παραλάβει ένα τζάμι από το κατάστημα του Ο. και να απομακρυνθεί αμέσως συνηγορούν στο ότι στάθμευσε αντικανονικά στο πεζοδρόμιο εμποδίζοντας την κίνηση των πεζών. {…}