410/2015 ΜΕφΛαρ (αποζημίωση λόγω στέρησης διατροφής ή υπηρεσιών από το θανατωθέν τέκνο)

410/2015                                                                

Πρόεδρος: Βαρβάρα Πάπαρη

Δικηγόροι: Ιωάν. Σαμαράς, Κων. Σταθόπουλος

 

Διαζευκτικό δικαίωμα αποζημίωσης λόγω στέρησης διατροφής ή υπηρεσιών από το θανατωθέν τέκνο. Υποχρέωση τέκνου που αποτελεί μέλος του οίκου των γονέων του και ανατρέφεται ή διατρέφεται από αυτούς προς παροχή ανάλογων υπηρεσιών, αδιαφόρως αν όντως τις παρείχε, αρκεί ότι η υποχρέωση παροχής θα γεννηθεί στο εγγύς μέλλον κατά συνήθη πορεία πραγμάτων και είναι εφικτός ο προσδιορισμός της ζημίας των γονέων. Μη αποζημίωση αν η μέλλουσα ζημία εξαρτάται από αστάθμητους παράγοντες, όπως επί τέκνου μικρής ηλικίας. Μη αποζημίωση γονέων, αν το ανήλικο τέκνο εργάζεται και διατρέφεται με δικά του εισοδήματα, ούτε αν η προσφορά υπηρεσιών ερείδεται σε σύμβαση εργασίας του τέκνου έναντι ανταλλάγματος στο κατάστημα των γονέων του, υπερβαίνοντας την έκταση της οικογενειακού δικαίου παροχής υπηρεσιών.

 

{…} 3. Κατά την διάταξη του άρθρου 928 του ΑΚ: «Σε περίπτωση θανατώσεως προσώπου ο υπόχρεος οφείλει να καταβάλει τα νοσήλια και τα έξοδα της κηδείας σε εκείνον που κατά το νόμο βαρύνεται με αυτά. Έχει επίσης την υποχρέωση να αποζημιώσει εκείνον που κατά το νόμο έχει δικαίωμα να απαιτεί από το θύμα διατροφή ή παροχή υπηρεσιών». Από την διάταξη αυτή, προκύπτει ότι, εξαιρετικώς, θεμελιώνεται δικαίωμα αποζημιώσεως υπέρ του προσώπου εκείνου, το οποίο δικαιούται βάσει του νόμου να απαιτήσει από το θανατωθέντα διατροφή ή παροχή υπηρεσιών και συνεπεία ακριβώς της θανατώσεως του υπόχρεου στην άνω παροχή υφίσταται την αντίστοιχη στέρηση. Οι γονείς έναντι των τέκνων τους δικαιούνται διατροφή κατά την διάταξη του άρθρου 1485 του ΑΚ, κατά τους όρους των άρθρων 1486 έως 1502. Κατά δε, την διάταξη του άρθρου 1508 του ΑΚ: «Το τέκνο εφόσον αποτελεί μέλος του οίκου των γονέων του και ανατρέφεται ή διατρέφεται από αυτούς υποχρεούται να παρέχει στους γονείς του για τη διοίκηση του οίκου ή την άσκηση του επαγγέλματος τους, υπηρεσίες ανάλογες με τις δυνάμεις του και τις βιοτικές συνθήκες του ίδιου και της οικογενείας του». Για την εφαρμογή του άρθρου 1508 ΑΚ, εκτός από την ιδιότητα του μέλους του γονικού οίκου, η διάταξη επιβάλλει και δύο άλλες, διαζευκτικά διατυπωμένες, προϋποθέσεις: το παιδί υπέχει την υποχρέωση παροχής υπηρεσιών στους γονείς, εφόσον ανατρέφεται ή διατρέφεται από αυτούς. Η πρώτη αφορά μόνο τα ανήλικα, η δεύτερη καταλαμβάνει και τα ενήλικα. Η παροχή διατροφής από τους γονείς ή από τον γονέα με τον οποίο συνοικεί το παιδί, μπορεί να είναι εκούσια ή να επιβάλλεται κατ` άρθρο 1485 επ. ΑΚ. (ΑΠ 505/1999 Νόμος, ΕφΑθ 1571/2000 Δνη 2000. 799 και εκεί παραπομπές). Έτσι, σε περίπτωση θανατώσεως του τέκνου τους, οι γονείς του μπορούν να απαιτήσουν αποζημίωση είτε για στέρηση διατροφής, είτε για στέρηση παροχής υπηρεσιών, τα δικαιώματα δε, αυτά των γονέων, τελούν μεταξύ τους σε σχέση διαζευκτική και όχι συμπλεκτική (βλ. Αθ. Κρητικού, Αποζημίωση από Τροχαία Αυτοκινητικά Ατυχήματα, έκδοση 1998, παρ. 409 επ.). Εναπόκειται στους γονείς τι από τα δύο θα επιλέξουν. Εξ άλλου, γίνεται δεκτό ότι η υποχρέωση παροχής υπηρεσιών εκ μέρους του τέκνου είναι αυτοτελής και δεν τελεί σε σχέση παροχής και αντιπαροχής προς την υποχρέωση διατροφής εκ μέρους των γονέων. Προϋπόθεση της υποχρεώσεως αυτής του τέκνου είναι η ιδιότητα αυτού ως μέλους του οίκου των γονέων του, η οποία είναι, κατά κανόνα, συνυφασμένη με συνοίκηση. Δεν έχει σημασία, κατά την ορθότερη άποψη, η ηλικία του τέκνου, ή αν αυτό είναι έγγαμο ή άγαμο, ούτε ερευνάται αν κατά τον χρόνο θανατώσεως του παρείχε πράγματι υπηρεσίες, ή αν τις προσέφερε κατά το παρελθόν. Διότι για την θεμελίωση του δικαιώματος στο πρόσωπο των γονέων, αρκεί ότι η υποχρέωση του τέκνου για παροχή υπηρεσιών θα γεννηθεί στο εγγύς μέλλον, κατά την συνήθη πορεία των πραγμάτων και ότι είναι δυνατός ο από τώρα προσδιορισμός της ζημίας τους. Αν, όμως, η ζημία των γονέων του δεν είναι απλώς μέλλουσα, αλλά η πραγματοποίηση αυτής εξαρτάται από αστάθμητους παράγοντες (χρόνος ζωής των γονέων, ικανότητα του τέκνου προς παροχή των υπηρεσιών του, αποχώρηση του τέκνου από την οικία των γονέων του), οι οποίοι είναι απλώς ενδεχόμενο να επέλθουν στο μέλλον, αυτή η αξίωση αποζημιώσεως δεν γεννάται. Τούτο, συμβαίνει, ιδίως, στην περίπτωση κατά την οποία το τέκνο ήταν μικρής ηλικίας κατά τον χρόνο του θανάτου του, οπότε καθίσταται δυσχερέστερος ο προσδιορισμός των ως άνω στοιχείων με βεβαιότητα, εξ αιτίας του σχετικώς μεγάλου χρόνου, που θα έπρεπε να παρέλθει μέχρι το τέκνο να καταστεί ικανό προς παροχή των υπηρεσιών του. Πάντως, σε κάθε περίπτωση, οι γονείς δεν μπορούν να απαιτήσουν αποζημίωση για στέρηση υπηρεσιών κατά την ΑΚ 1508, αν το ανήλικο τέκνο εργάζεται επαγγελματικά εκτός της οικίας και διατρέφεται στην ουσία μέσω των δικών του εισοδημάτων που εισκομίζει στην οικογένεια των γονέων του, καθόσον στην περίπτωση αυτή δεν συντρέχει μία από τις βασικές προϋποθέσεις της διατάξεως του άρθρου 1508 του ΑΚ (ΕφΔωδ 171/2013 Νόμος,  ΕφΛαρ 675/2003 Δικογρ 2004. 139, ΕφΑθ 10116/1988 Δνη 1990. 865). Εφόσον δε, η προσφορά υπηρεσιών από το τέκνο στους γονείς του στηρίζεται σε σύμβαση (π.χ. σύμβαση εργασίας), οι γονείς δεν έχουν αξίωση αποζημιώσεως κατά του τρίτου (Αθ. Κρητικός: ό.π. παρ. 412 σελ. 159, ΕφΑθ 6614/1992 Δνη 1993. 1491). Σχέση εργασίας σε συμβατικό επίπεδο, υπάρχει και στην περίπτωση κατά την οποία το τέκνο συνεργάζεται στο κατάστημα των γονέων του, κατά ένα μέτρο που υπερβαίνει την έκταση της συνήθους οικογενειακού δικαίου, παροχής υπηρεσιών, όπως ένας εργαζόμενος στην σχέση εργατικού δικαίου, υπάγεται στο διευθυντικό δικαίωμα του εργοδότη και λαμβάνει αντάλλαγμα για την εργασία του. Η σταθερότητα και το ύψος του ανταλλάγματος έχει σημασία για τον χαρακτήρα της σχέσεως (Αθ. Κρητικός: ό.π. παρ. 412 σελ. 159, ΕφΑθ 1571/2000 Δνη 2000. 799). Τέλος, από την διάταξη του άρθρου 216 § 1 του ΚΠολΔ, σε συνδυασμό προς εκείνες των άρθρων 914, 928 εδ. β` και 1508 του ΑΚ, προκύπτει ότι για το ορισμένο της αγωγής, με την οποία οι γονείς του θανατωθέντος τέκνου αξιώνουν αποζημίωση από τον υπαίτιο για στέρηση των προς αυτούς υπηρεσιών του τέκνου τους, αρκεί να εκτίθεται σε αυτήν ότι το τέκνο αποτελούσε μέλος του οίκου των γονέων του και διατρεφόταν από αυτούς, καθώς και να προσδιορίζεται το είδος και η έκταση των υπηρεσιών που προσέφερε, ώστε να καθίσταται δυνατό να κριθεί αν αυτές ήταν ανάλογες προς τις δυνάμεις και τις βιοτικές του συνθήκες και να αποτιμηθεί έτσι η αξία τους (Αθ. Κρητικός: ό.π. παρ. 416, 417, 513, 518, του ιδίου: Σχόλιο στην ΕφΑθ 6614/1992 Δνη 1993. 1491, ΑΠ 303/2005 ΤΝΠ ΔΣΑ, ΑΠ 505/1999 Δνη 1999. 1705, ΕφΛαρ 49/2002 ΤΝΠ ΔΣΑ, ΕφΑθ 308/2000 Δνη 2001. 17).

Στην υπό κρίση αγωγή, οι πρώτος και δεύτερη των εναγόντων αναφέρουν ότι ο θανών, Μ. Σ., γεννημένος στις 29.11.1993, ήταν άγαμος, είχε εκπληρώσει τις στρατιωτικές του υποχρεώσεις, δεν είχε ατομικά εισοδήματα και συμβιούσε με τους πρώτο και δεύτερη από τους ενάγοντες στην οικία τους στην Α. και διατρεφόταν από αυτούς και τους παρείχε υπηρεσίες κατά την διοίκηση του οίκου τους, συνιστάμενες στην αγορά των απαιτουμένων τροφίμων, πληρωμή λογαριασμών και λοιπές υπηρεσίες, οι οποίες ανάγονται στη διοίκηση του οίκου και επιπλέον παρείχε ανάλογες υπηρεσίες κατά την άσκηση του επαγγέλματος του πρώτου απ’ αυτούς πατέρα του, ο οποίος διατηρεί εντός της πόλεως του Β., δύο καταστήματα, αναψυκτήριο – γαλακτοπωλείο και πρατήριο-εργαστήριο τυροπιτών και της δεύτερης απ’ αυτούς, μητέρα του, η οποία διατηρεί στην ίδια πόλη κατάστημα- καφετέρια, καθημερινά όλες τις ημέρες της εβδομάδας, εκτός Κυριακής, από 6.00 – 8.00 πμ στην επιχείρηση του πρατηρίου – εργαστηρίου τυροπιτών, από τις 8.30 – 10.30 πμ στο κατάστημα αναψυκτήριο – γαλακτοπωλείο και από 16.00 –  20.00 μμ στην επιχείρηση της καφετέριας. Ότι κατά την συνήθη πορεία των πραγμάτων, αν δεν είχε μεσολαβήσει ο κατά τα άνω αιφνίδιος θάνατος του υιού τους, αυτός θα τους παρείχε τις ως άνω υπηρεσίες, μέχρι την συμπλήρωση του 30ου έτους της ηλικίας του (στις 29.11.2023) και ότι οι υπηρεσίες αυτές, τις οποίες οι ενάγοντες – γονείς του στερήθηκαν εξ αιτίας του θανάτου του, αποτιμώνται για το άνω χρονικό διάστημα στο ποσόν των 500 Ε μηνιαίως για τον πρώτο ενάγοντα πατέρα του (ήτοι, 400 Ε κατά την άσκηση του επαγγέλματος του και 100 Ε κατά την διοίκηση του οίκου τους) και στο ποσόν των 500 Ε μηνιαίως για την δεύτερη ενάγουσα μητέρα του ήτοι, 400 Ε κατά την άσκηση του επαγγέλματος του και 100 Ε κατά την διοίκηση του οίκου τους. Με βάση τα παραπάνω εκτιθέμενα, η προσφορά υπηρεσιών από το θανατωθέν ενήλικο τέκνο στους ενάγοντες – γονείς του, υπερέβαινε την έκταση της συνήθους οικογενειακού δικαίου, παροχής υπηρεσιών και ως εκ τούτου οι τελευταίοι, σύμφωνα με όσα προεκτέθηκαν στη μείζονα σκέψη, δεν έχουν αξίωση αποζημιώσεως κατά της εναγομένης. Επομένως, το σχετικό κονδύλιο έπρεπε ν’ απορριφθεί ως μη νόμιμο. Το Πρωτοβάθμιο, όμως, Δικαστήριο το απέρριψε ως αόριστο, διότι δεν αναφέρονταν ότι αφενός το τέκνο αποτελεί μέρος του οίκου των γονέων του και αφετέρου – ενόψει του ότι επρόκειτο περί ενηλίκου τέκνου – ότι διατρέφεται από αυτούς, έσφαλε ως προς την ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου. Επειδή, όμως, δεν επιτρέπεται κατ` άρθρο 534 ΚΠολΔ αντικατάσταση της αιτιολογίας που οδηγεί σε διάφορο ως προς το αποτέλεσμα διατακτικό, αλλά ούτε και εξαφάνιση τη εκκαλουμένης απόφασης, αφού μια τέτοια απόφαση δεν είναι επωφελέστερη για τον εκκαλούντα από την εκκαλουμένη (ΚΠολΔ 536), πρέπει ο αντίστοιχος (3ος) λόγος της έφεσης ν’ απορριφθεί ως αβάσιμος {…}.