85/2016 ΤρΕφΛαρ (προσβολή προσωπικότητας νομικού προσώπου)
85/2016
Πρόεδρος: Γρηγ. Παπαδημητρίου
Εισηγήτρια: Ειρήνη Γκορτσίλα
Δικηγόροι: Αστ. Λαχανάς, Κων. Κλειδωνάρης
Παράνομη προσβολή προσωπικότητας ν.π. ως προς την πίστη, φήμη και άλλα άυλα αγαθά, διό προστασία με πληρωμή ποσού, δημοσίευμα ή ό,τι επιβάλλεται εκ των περιστάσεων.
Αντικειμενική ευθύνη προσβάλλοντος μόνο ως προς την άρση της προσβολής, ενώ για αποζημίωση και χρηματική ικανοποίηση αναγκαία παράνομη υπαίτια προσβολή.
Επί προσβολής προσωπικότητας εταιρίας ανάγκη απόδειξης και συγκεκριμένης υλικής ζημίας, διότι η ηθική βλάβη στα ν.π. δεν αναφέρεται, όπως στα φυσικά, σε ενδιάθετο αίσθημα με τα δεδομένα ανθρώπινης λογικής χωρίς αποδείξεις αλλά σε συγκεκριμένη υλική βλάβη.
Επί εξύβρισης και δυσφήμησης παθητικό υποκείμενο είναι φυσικό (και όχι νομικό) πρόσωπο. Προστασία υπό του ΠΚ μόνο ΑΕ και δη περιορισμένη επί προσβολής της οικονομικής υπόστασής τους, όχι και λοιπών εταιριών που προστατεύονται εκ του αστικού δικαίου και του νόμου αθέμιτου ανταγωνισμού.
Όροι εφαρμογής του 920 ΑΚ. Μη ανάγκη πρόθεσης βλάβης του θιγόμενου. Οι διαδιδόμενες ειδήσεις πρέπει να είναι συγκεκριμένες και αναληθείς (άλλως δυνατή εφαρμογή του 919 ΑΚ), εκθέτουσες αιτιωδώς και πραγματικά (και όχι αφηρημένα) σε κίνδυνο την πίστη, το επάγγελμα ή το μέλλον, αναγκαία δε απόδειξη αιτιώδους περιουσιακής ζημίας.
Αγωγή προσβολής αγροτικού συνεταιρισμού μέσω τηλεοπτικής εκπομπής από τηλεφωνική παρέμβαση τηλεθεατή. Ουσία αβάσιμη αγωγή κατά το 920 ΑΚ λόγω μη απόδειξης της αναλήθειας ή υπαίτιας άγνοιας των υπό του παρεμβάντος αναφερθέντων, μήτε της πρόκλησης συγκεκριμένης περιουσιακής ζημίας. Μη αξίωση κατά το 919 ΑΚ, αφού δεν προέκυψε πρόθεση παρεμβάντος να προκαλέσει ζημία στο συνεταιρισμό, αλλά εξέφρασε γενικά αγανάκτηση για οικονομική ζημία που υπέστη ως έμπορος πατάτας.
{…} Με τις διατάξεις των άρθρων 57 και 59 ΑΚ προστατεύεται το δικαίωμα της προσωπικότητας που αποτελεί ένα πλέγμα αγαθών που συνθέτουν την υπόσταση του προσώπου με το οποίο είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένα. Τέτοια αγαθά είναι, εκτός των άλλων, η τιμή και η υπόληψη κάθε ανθρώπου, η οποία αντικατοπτρίζεται στην αντίληψη και την εκτίμηση που έχουν οι άλλοι γι’ αυτόν. Από τις διατάξεις δε αυτές σε συνδυασμό προς τις διατάξεις των άρθρων 914 και 932 ΑΚ προκύπτει ότι επί προσβολής της προσωπικότητας η αξίωση ικανοποίησης για την ηθική βλάβη προϋποθέτει προσβολή των ανωτέρω δικαιωμάτων, παράνομη και υπαίτια. Είναι δε παράνομη η προσβολή, όταν υπάρχει διάταξη η οποία απαγορεύει συγκεκριμένη πράξη που προσβάλλει κάποια έκφανση της προσωπικότητας και είναι αδιάφορο αν η απαγόρευση βρίσκεται στο αστικό ή ποινικό δίκαιο ή σε άλλους κανόνες δημοσίου δικαίου ή και ειδικούς νόμους (ΑΠ 356/2010, ΕφΠειρ 216/2014 Νόμος).
Περαιτέρω και το νομικό πρόσωπο, εφόσον κηρύσσεται ικανό δικαίου και ικανό προς δικαιοπραξία (άρθρα 61 και 70 ΑΚ), έχει δικαίωμα επί της προσωπικότητας αυτού στην έκφανση της πίστης, της υπόληψης, της φήμης, του κύρους, του επαγγέλματος, του μέλλοντος και των λοιπών αναγνωριζόμενων σ’ αυτό άυλων αγαθών. Συνεπώς, σε περίπτωση προσβολής της προσωπικότητας αυτού σε οποιαδήποτε των εκφάνσεων τούτων, δικαιούται να ζητήσει, κατά τα άρθρα 57 και 59 ΑΚ προστασία, η οποία συνίσταται σε πληρωμή χρηματικού ποσού, σε δημοσίευμα ή σε ο,τιδήποτε επιβάλλεται από τις περιστάσεις. Ο νόμος καθιερώνει αντικειμενική ευθύνη του προσβάλλοντος μόνον ως προς την αξίωση για την άρση της προσβολής, ενώ για την αξίωση αποζημίωσης καθώς και για τη χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης εκείνου που έχει προσβληθεί, ο νόμος απαιτεί η προσβολή να είναι παράνομη και υπαίτια (ΑΠ 265/2015 Νόμος, ΕφΘεσ 526/2010 Αρμ 2011. 1126). Αποκατάσταση της ηθικής βλάβης μπορούν να ζητήσουν και οι εταιρείες, αν με την αδικοπραξία προσβλήθηκε η εμπορική τους πίστη, η επαγγελματική τους υπόληψη και γενικά το εμπορικό τους μέλλον. Το αν συνέβη αυτό πρέπει να το αποδείξει με κάθε νόμιμο αποδεικτικό μέσο η ενάγουσα εταιρεία, διότι η ηθική βλάβη στα νομικά πρόσωπα δεν αναφέρεται, όπως στα φυσικά πρόσωπα σε ενδιάθετο αίσθημα αναγόμενο στον εσωτερικό κόσμο και κρινόμενο με τα δεδομένα της ανθρώπινης λογικής χωρίς αποδείξεις, αλλά σε μία συγκεκριμένη βλάβη, που έχει υλική υπόσταση (ΕφΘεσ 604/2008 Αρμ 2010. 373, Γεωργιάδη – Σταθόπουλου ΕρμΑΚ, άρθρ. 932 ΙΙΙ αρ. 1 σελ. 817). Θα πρέπει, δηλαδή, το νομικό πρόσωπο για την επιδίκαση χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης να επικαλείται και να αποδεικνύει συγκεκριμένη υλική ζημία (Γ. Γεωργιάδης ΣΕΑΚ τομ. Ι, άρθρ. 932, αριθμ. 22).
Εξάλλου, από τις διατάξεις των άρθρων 361 επ. ΠΚ, με τις οποίες προβλέπονται και τιμωρούνται τα κατά της τιμής διαπραττόμενα αδικήματα με τη βασική τριπλή διάκριση της εξύβρισης, δυσφήμησης και συκοφαντικής δυσφήμησης, συνάγεται ότι με αυτές προστατεύονται μόνο τα φυσικά πρόσωπα, τα οποία είναι φορείς του εννόμου αγαθού της τιμής που θεμελιούται επί της ηθικής αξίας αυτού, καθώς και της υπολήψεως που θεμελιούται επί της κοινωνικής αξίας αυτού, σε αντίθεση με τα νομικά πρόσωπα και τις εν γένει κάθε είδους ομάδες, που δεν είναι φορείς αυτών των εννόμων αγαθών και συνεπώς δεν μπορούν να προσβληθούν κατά την τιμή και την υπόληψή τους. Και τούτο διότι παθητικό υποκείμενο των υπό των άρθρων 361, 362 και 363 ΠΚ εγκλημάτων είναι το, υπό την έννοια του άρθρου 34 ΑΚ, φυσικό πρόσωπο, ενώ τα νομικά πρόσωπα (61 επ. ΑΚ) δεν μπορούν να είναι υποκείμενα των εν λόγω εγκλημάτων. Ο Ποινικός Κώδικας, όπου έκρινε σκόπιμο, προέβλεψε την προστασία ομάδων προσώπων έναντι προσβολών της τιμής αυτών (ως π.χ. στο άρθρο 157 §3 ΠΚ). Ειδικά, όμως, προκειμένου περί εταιρειών που έχουν αποκτήσει νομική προσωπικότητα, ο Ποινικός Κώδικας με το άρθρο 364 έκρινε άξιες προστασίας μόνο τις ανώνυμες εταιρείες, αλλά και η προστασία αυτή είναι περιορισμένη, αφού παρέχεται μόνο όταν προσβάλλεται η οικονομική όψη της τιμής της εταιρείας (ΑΠ 356/2010 ό.π., ΕφΑθ 3486/2010 Νόμος). Για τις λοιπές εταιρείες δεν γίνεται λόγος. Επομένως απομένει η προστασία που παρέχουν οι ως άνω διατάξεις του αστικού δικαίου, καθώς και αυτή του άρθρου 920 ΑΚ και επίσης η προστασία που παρέχει το άρθρο 12 ν. 146/1914 «περί αθεμίτου ανταγωνισμού».
Κατά τη δε διάταξη του άρθρου 920 ΑΚ, όποιος γνωρίζοντας ή υπαίτια αγνοώντας υποστηρίζει ή διαδίδει αναληθείς ειδήσεις που εκθέτουν σε κίνδυνο την πίστη, το επάγγελμα ή το μέλλον άλλου, έχει υποχρέωση να τον αποζημιώσει. Από τη διάταξη αυτή συνάγεται ότι προϋποθέσεις για την εφαρμογή της είναι: α) υποστήριξη ή διάδοση αναληθών ειδήσεων. Οι υποστηριζόμενες ή διαδιδόμενες ειδήσεις πρέπει να είναι σαφείς και συγκεκριμένες και να αναφέρονται σε ορισμένα γεγονότα, επιπλέον δε να αποδεικνύονται και αναληθείς, με την έννοια να μην αληθεύει εξ ολοκλήρου το σχετικό γεγονός ή να παρουσιάζεται αυτό παραποιημένο. Αν το σχετικό γεγονός αληθεύει, δεν συντρέχει περίπτωση εφαρμογής της άνω διάταξης, είναι όμως δυνατόν να συντρέχει περίπτωση εφαρμογής της διάταξης του άρθρου 919 ΑΚ. β) Γνώση ή υπαίτια άγνοια της αναλήθειας. Δηλαδή αυτός που υποστηρίζει ή διαδίδει τις αναληθείς ειδήσεις πρέπει να γνωρίζει ή υπαιτίως (από αμέλεια) να αγνοεί την αναλήθεια αυτών. Το στοιχείο αυτό ανταποκρίνεται στην έννοια του πταίσματος και με τις δύο γνωστές μορφές (330 ΑΚ), δηλαδή του δόλου (γνώση της αναλήθειας) και της αμέλειας (άγνοια της αναλήθειας, επειδή δεν καταβλήθηκε η απαιτούμενη στις συναλλαγές επιμέλεια). Πρόθεση του διαδίδοντος να προξενήσει βλάβη στο θιγόμενο δεν απαιτείται. Η ζημία του βλαπτομένου πρέπει να προήλθε αιτιωδώς από τη διάδοση ή την υποστήριξη των αναληθών ειδήσεων, γ) Κίνδυνος για την πίστη, το επάγγελμα ή το μέλλον του προσώπου. Οι διαδιδόμενες αναληθείς ειδήσεις πρέπει επιπλέον να εκθέτουν αιτιωδώς και πραγματικώς σε κίνδυνο ένα από τα περιοριστικώς διαλαμβανόμενα στο πιο πάνω άρθρο αγαθά του φυσικού ή νομικού προσώπου. Δεν αρκεί η διαπίστωση ότι αφηρημένως είναι ικανές να εκθέσουν σε κίνδυνο τα εν λόγω αγαθά και δ) Ζημία. Τελευταία προϋπόθεση για την ύπαρξη αξίωσης από το άρθρο 920 ΑΚ, είναι η απόδειξη (περιουσιακής) ζημίας, η οποία προκαλείται αιτιωδώς από την έκθεση σε κίνδυνο ενός από τα πιο πάνω αγαθά (ΕφΑθ 3486/2010, ΕφΑθ 2606/2010 Νόμος).
Στην προκειμένη περίπτωση από τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων των διαδίκων … αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: H ενάγουσα και ήδη εφεσίβλητη – εκκαλούσα είναι πρωτοβάθμια συνεταιριστική οργάνωση, έχουσα ως κύριο αντικείμενο δραστηριότητας τη συγκέντρωση, συντήρηση, τυποποίηση και εμπορία του συνόλου σχεδόν της παραγωγής μήλων ποικιλίας starkingdelicious και goldendelicious, καθώς και κάθε άλλης ποικιλίας μήλων, που παράγονται από τα μέλη της εντός των διοικητικών ορίων του Δήμου Ζ. – Μ.. Διακινεί κατ’ έτος μεγάλες ποσότητες μήλων από 7 έως 12 εκατομμύρια κιλά, ανάλογα κατ’ έτος με το μέγεθος της παραγωγής, με ιδιαίτερο διασχηματισμό (χαρτοκιβώτια και ξυλοκιβώτια) και με το διακριτικό τίτλο «Z.», ειδικό δε αυτοκόλλητο που αναγράφει τον άνω διακριτικό τίτλο επικολλάται σε κάθε μήλο. Η λέξη αυτή και ο συγκεκριμένος διασχηματισμός έχουν καθιερωθεί επί σειράν ετών στους συναλλακτικούς κύκλους των παραγωγών, εμπόρων και καταναλωτών ως διακριτικό γνώρισμα των μήλων που παράγονται μόνον από τα μέλη του συγκεκριμένου συνεταιρισμού, κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες καλλιέργειας, τυποποίησης και διατήρησης, οι οποίες εξασφαλίζουν ποιότητα, που συνδέεται και με τις εδαφικές και κλιματολογικές συνθήκες της περιοχής και, λαμβανομένου υπόψη ότι κατ’ έτος δαπανώνται σημαντικά ποσά για τη διαφήμισή τους, έχει επιτευχθεί τα μήλα αυτά να έχουν μεγαλύτερη εμπορική αξία από τα μήλα που παράγονται σε άλλες περιοχές και κατ’ ουσίαν να έχουν το ρόλο του ρυθμιστή της αγοράς σε σχέση με τις τιμές των μήλων. Μάλιστα το έτος 1996 τα μήλα Ζ. Π. ποικιλίας starkingdelicious απέκτησαν, τη, σύμφωνα με την κοινοτική νομοθεσία, Προστατευόμενη Ονομασία Προέλευσης (Π.Ο.Π) – που σημειωτέον αφορούσε όμως τα μήλα που παράγονταν στα στενά όρια της τότε κοινότητας Ζ. -, το δε έτος 2011 και τα φιρίκια Π. κατέστησαν προϊόντα με ονομασία προέλευσης (Π.Ο.Π). Διατίθενται στην αγορά από το συνεταιρισμό μέσω των καταστημάτων, που αυτός διατηρεί, στις κεντρικές λαχαναγορές των Α. και της Θ., των εμπόρων με τους οποίους συνεργάζεται ή και από μεγάλες αλυσίδες supermarket. Ο συγκεκριμένος δε συνεταιρισμός έχει επιτύχει να διακριθεί στην αγορά ως μία αξιόπιστη επιχείρηση, είναι από τους λίγους συνεταιρισμούς που δεν έχουν χρέη, διαθέτει ταμειακή ρευστότητα και διασφαλίζει έτσι το εισόδημα των μελών του.
Στις 28.2.2012 στη ζωντανή εβδομαδιαία τηλεοπτική εκπομπή «Θ.», που προβάλλεται από τον περιφερειακό τηλεοπτικό σταθμό «A. T.V» και πραγματεύεται θέματα που αφορούν τον αγροτικό κόσμο, παρουσιαστής της οποίας είναι ο δημοσιογράφος Χ. Α., το θέμα της συζήτησης ήταν ο νέος νόμος που διέπει τους αγροτικούς συνεταιρισμούς και μετά τη μετάδοση σχετικού ρεπορτάζ σχετικά με την πρωτοβουλία των παραγωγών πατάτας Ν. να διαθέσουν το προϊόν τους χωρίς μεσάζοντες στους καταναλωτές Π. και ενόσω σχολιαζόταν θετικά αυτή η κίνηση από τον εν λόγω δημοσιογράφο, τους λοιπούς παρεμβαίνοντες και τον καλεσμένο της εκπομπής Α., που είναι μέλος της Διοίκησης του Οργανισμού Πιστοποίησης και Επίβλεψης Γεωργικών Προϊόντων (Ο.Π.Ε.Γ.Ε.Π), παρενέβη τηλεφωνικά ο πρώτος εναγόμενος και ήδη εκκαλών – εφεσίβλητος, ο οποίος είναι έμπορος – μέτοχος της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «Κ. Π. ΑΕ», που διατηρεί κατάστημα στην κεντρική λαχαναγορά της Λ. και εμπορεύεται κατά κύριο λόγο πατάτες και κρεμμύδια. Το περιεχόμενο της, διάρκειας ολιγότερης του ενός λεπτού, παρέμβασής του, κατά τα ενδιαφέροντα εν προκειμένω σημεία της, είναι το ακόλουθο: «…Αφού, λοιπόν, οι πατατέμπορες – μεσάζοντες αισχροκερδούνε, για ποιο λόγο ο συνεταιρισμός Π. τα Ζ. τα πουλάει 1,20 το κιλό χονδρική, 1,25, 1,15 και όταν τα ανεβάζει τα μήλα που έχουν τη φίρμα Ζ. και πηγαίνει και παίρνει 10.000 μήλα, 10.000 τόνους από Α., 5.000 από το Π., 5.000 από την Καβάλα και τα βαφτίζει όλα Ζ.. Για ποιο λόγο όταν τα παίρνουν τα μήλα το καλοκαίρι με 40 λεπτά και με 30 λεπτά και με 45 λεπτά τα πουλάει 1,50 τώρα και αισχροκερδεί ο συνεταιρισμός, αφού ο συνάδελφός σας δίπλα ο συνδικαλιστής (εννοεί τον καλεσμένο της εκπομπής κ. Ν.) λέει ότι έπρεπε να δώσει η κυβέρνηση – αυτό που δεν μπορούσε να κάνει η κυβέρνηση τόσα χρόνια το έχουν πάρει στα χέρια τους οι παραγωγοί, για ποιο λόγο λοιπόν αυτός ο συνεταιρισμός εκεί πέρα αισχροκερδεί πάνω σ’ αυτό … θα σας απαντήσω εγώ, για ποίο λόγο λοιπόν τα μήλα τα πουλάει 1,20 σήμερα χονδρική και έχουνε 2 Ε στο ράφι. Για ποίο λόγο ο συνεταιρισμός, αφού πρέπει να φάει ο καταναλωτής φθηνά, δεν πήγε να ρίξει τα μήλα και τα κρατάει και πάει 150% πάνω ο συνεταιρισμός. Αυτοί δεν πρέπει να δουν αυτό το κομμάτι και να πούνε ότι εμείς σαν συνεταιριστές πρέπει να κρατήσουμε χαμηλά τη μπάλα, για να μπορεί να φάει ο καταναλωτής….». Ο καλεσμένος της εκπομπής κ. Ν., στον οποίο δόθηκε ο λόγος από το δημοσιογράφο, προκειμένου να απαντήσει ως ειδικός επί του θέματος, επανειλημμένα και επίμονα ζήτησε από τον παρεμβαίνοντα να του επιδείξει, αν έχει, τιμολόγιο αγοράς μήλων από το συνεταιρισμό, όχι από έμπορο, ώστε να αποδειχθεί η αλήθεια των υπ’ αυτού καταγγελλομένων (ότι δηλαδή αγοράζει μήλα με τιμή χονδρικής 1,20 το κιλό), άλλως, όπως ο ίδιος σχολίασε, ο παρεμβαίνων προσπαθεί να δημιουργήσει εντυπώσεις. Στη συνέχεια επακολούθησε διάλογος μεταξύ δημοσιογράφου και καλεσμένου σχετικός με τους ελλειμματικούς – αποτυχημένους συνεταιρισμούς, με το σχόλιο όμως ότι ο συνεταιρισμός Ζ. είναι από τους επιτυχημένους συνεταιρισμούς.
Ως προς τα καταγγελλόμενα από τον εκκαλούντα – εφεσίβλητο, τα οποία από τα μέλη της διοίκησης του συνεταιρισμού κρίθηκε ότι ήσαν συκοφαντικά και δυσφημιστικά για το επαγγελματικό του μέλλον, αφού έτσι παρουσιάζονταν ότι αυτά, εκμεταλλευόμενα τη φήμη που έχουν αποκτήσει τα μήλα που παράγονται στην περιοχή της Ζ. Π., προωθούν προς το καταναλωτικό κοινό μήλα χαμηλότερης ποιότητας και τιμής, που έχουν αγοραστεί από παραγωγούς άλλων περιοχών, ως αυθεντικά μήλα παραγωγής των μελών του, αποκομίζοντας έτσι ο συνεταιρισμός μεγάλο περιουσιακό όφελος, αποδεικνύονται τα ακόλουθα: Όπως προεκτέθηκε, το έτος 1996 προστατευόμενη ονομασία προέλευσης απέκτησαν μόνον τα μήλα, ποικιλίας starkingdelicious, που παράγονταν από τα τότε μέλη του Συνεταιρισμού της Ζ. Π. εντός των στενών διοικητικών ορίων της τότε κοινότητας. ΄Ηδη, όμως, ο αριθμός των μελών του συνεταιρισμού έχει σημαντικά αυξηθεί, αφού σ’ αυτόν πλέον υπάγονται παραγωγοί από την ευρύτερη περιοχή του Καλλικρατικού πλέον Δήμου Ζ.- Μ. και τα μήλα όλων αυτών των παραγωγών διακινούνται από τον Αγροτικό Συνεταιρισμό υπό τον διακριτικό τίτλο Ζ., ενώ κατά το έτος 2011 και στα μήλα φιρίκια απονεμήθηκε η διάκριση της προστατευόμενης ονομασίας προέλευσης. Αποδεικνύεται, όμως, ότι ο συνεταιρισμός δεν διακινεί μόνον μήλα παραγωγής των μελών του, αλλά και μήλα παραγωγής από την ευρύτερη περιοχή του Π., όπως της Δ. που ανήκει στη δημοτική ενότητα Α. του Δήμου Β., γεγονός που ο εφεσίβλητος – εκκαλών δεν αμφισβήτησε, αλλά χαρακτήρισε ως μεμονωμένο περιστατικό αυτό της παραλαβής, τυποποίησης και διάθεσης υπό το διακριτικό τίτλο Ζ., της παραγωγής μήλων της Π. Τ., που δεν είναι μέλος του συνεταιρισμού. Εξάλλου, από τις προσκομιζόμενες φωτογραφίες των συσκευασιών (χαρτοκιβώτια – ξυλοκιβώτια), διά των οποίων διατίθενται στο καταναλωτικό κοινό, με το διακριτικό τίτλο Ζ., τα μήλα ποικιλίας fuji, προκύπτει ότι αναγράφεται σ’ αυτές ως τόπος προέλευσής τους «Ελλάδα – Μ.», γεγονός, που από μόνη την ως άνω αναγραφή καταδεικνύει, ότι οι διοικούντες το συνεταιρισμό διακινούν με το διακριτικό τίτλο Ζ. και μήλα της συγκεκριμένης ποικιλίας, που δεν είναι αποκλειστικά της παραγωγής των μελών του, ώστε νομίμως να φέρουν το εν λόγω σήμα. Περαιτέρω, ο εξετασθείς στο ακροατήριο του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου μάρτυρας Α. Σ., υπάλληλος του συνεταιρισμού, κατέχων τη θέση του προϊσταμένου παραγωγής και διακίνησης των προϊόντων του, κατέθεσε ότι από τα καταστήματα που διατηρεί ο συνεταιρισμός στις κεντρικές λαχαναγορές των Α. και της Θ. διακινούνται, αφού υπάρχει σχετική ζήτηση, και ποσότητες μήλων διαφόρων ποικιλιών, που δεν παράγονται από τα μέλη του. Απέφυγε, όμως, ο συγκεκριμένος μάρτυρας να απαντήσει στο εν συνεχεία υποβληθέν επίμονο ερώτημα σε τι είδους συσκευασίες διακινούνται τα εν λόγω μήλα που δεν είναι παραγωγής των μελών του. Τα ανωτέρω, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι η παραγωγή των μήλων ποικιλίας fuji, που εμφανίζουν αυξημένη ζήτηση, είναι ελάχιστη από τα μέλη του συνεταιρισμού, αφού κατά κύριο λόγο η ποικιλία αυτή μήλων παράγεται στο Δ. Φ., την Καβάλα και την Α. Λ., το Δικαστήριο οδηγείται στην κρίση ότι ο συνεταιρισμός, προκειμένου να καλύψει την αυξημένη ζήτηση στα μήλα αυτής της ποικιλίας, προμηθεύεται αυτά, όχι μόνον από τους παραγωγούς της ευρύτερης περιοχής της Μ., όπως αναγράφεται στη συσκευασία τους, αλλά και από τις «πατρίδες», κατά τη χαρακτηριστική έκφραση του μάρτυρα ανταπόδειξης, της ποικιλίας αυτής μήλων, που είναι οι προαναφερθείσες περιοχές και τα διαθέτει στην αγορά χρησιμοποιώντας τις ίδιες συσκευασίες (χαρτοκιβώτια – ξυλοκιβώτια), που φέρουν το διακριτικό σήμα Ζ.. Αποδεικνύεται, δηλαδή, ότι με το διακριτικό τίτλο Ζ. διακινούνταν και προϊόντα που δεν ήταν παραγωγής των μελών του συνεταιρισμού, όπως ο τελευταίος υποστηρίζει. Το γεγονός αυτό γνωρίζοντας ο εκκαλών – εφεσίβλητος, ο οποίος μάλιστα είναι έμπορος και γνώστης των κρατούντων στις συναλλαγές, οδήγησε αυτόν στο να μην έχει καμία αμφιβολία, παρότι από κάποιο αποδεικτικό στοιχείο δεν προκύπτει σαφώς, ότι ο συνεταιρισμός, παρότι αγόραζε ποσότητες μήλων από παραγωγούς εκτός της περιοχής του στις συνήθεις τιμές της αγοράς, τις διέθετε στη συνέχεια στην αγορά σε συσκευασίες με το σήμα Ζ. με τις αυξημένες τιμές που διέθετε στην αγορά και τα προϊόντα παραγωγής των μελών του.
Συνεπώς, τα υπό εκκαλούντος – εφεσιβλήτου στην τηλεφωνική του παρέμβαση στην τηλεοπτική εκπομπή λεχθέντα ότι ο συνεταιρισμός «βαφτίζει» ως Ζ. και μήλα που προμηθεύεται από άλλες περιοχές που κατονόμασε, εκτός αυτών της παραγωγής των μελών του, δεν ήταν αναληθή, όπως ορθά εκτιμώντας τις αποδείξεις έκρινε και το πρωτοβάθμιο δικαστήριο. Ουδέ, περαιτέρω, για τα όσα ανέφερε περί της τιμής αυτών μπορεί να του αποδοθεί ότι ενήργησε από αμέλεια (υπαίτια άγνοια), ήτοι ότι μπορούσε να διαγνώσει την αναλήθεια αν τηρούσε την απαιτούμενη στις συναλλαγές επιμέλεια, αφού τούτο θα ήταν εφικτό μόνον αν είχε πρόσβαση στα σχετικά παραστατικά φορολογικά στοιχεία του συνεταιρισμού, τα οποία ο τελευταίος, αρκούμενος στη γενική άρνηση, απέφυγε να προσκομίσει.
Περαιτέρω, προς απόδειξη της επικαλούμενης από το συνεταιρισμό περιουσιακής ζημίας, ο εξετασθείς στο ακροατήριο προαναφερθείς μάρτυρας απόδειξης – υπάλληλος του συνεταιρισμού κατέθεσε ότι μετά την ως άνω τηλεοπτική εκπομπή και, συνεπεία των όσων σ’ αυτή υποστήριξε ο εκκαλών – εφεσίβλητος, ακυρώθηκαν από τους αναφερόμενους στην αγωγή εμπόρους παραγγελίες πώλησης μήλων, τις οποίες ο ίδιος είχε λάβει στις 24.2.2012 και κατέγραψε στα σχετικά δελτία παραγγελίας. Από τα προσκομιζόμενα, όμως, ως άνω δελτία και δη αυτά που ενδιαφέρουν εν προκειμένω της «ΟΕ Θ. Α.» και Δ. Μ. προκύπτει ότι η κάθε παραγγελία ήταν τελείως διάφορη και πολύ μικρότερου ποσού από την αναφερόμενη στην αγωγή. Συγκεκριμένα, ενώ ο ενάγων συνεταιρισμός υποστηρίζει ότι ακυρώθηκε παραγγελία της ΟΕ Θ. Α., που έγινε στις 24.2.2012 συνολικής αξίας 93.074,43 Ε, ήτοι 48.000 κιλά κατηγορίας 75-85 mm, αξίας 1,144 Ε ανά κιλό και 39.424 κιλά κατηγορίας 73-75 mm, αξίας 0,968 Ε ανά κιλό, στο συγκεκριμένο δελτίο παραγγελίας που προσκομίζεται προς απόδειξη του άνω ισχυρισμού του αναγράφεται παραγγελία για μήλα στάρκιν extra 60 X 160 X 1,144 και στάρκιν Α’ 44 Χ 56 Χ 0,968, αξίας 10.982,4 και 2.385,15 αντίστοιχα και συνολικά 13.367,55 Ε. Επίσης, ενώ υποστηρίζει ότι ακυρώθηκε παραγγελία της Δ. Μ., συνολικής αξίας 23.436 Ε, ήτοι 14.400 κιλά κατηγορίας 75-85 mm, αξίας 1,144 Ε/κιλό και 8.960 κιλά κατηγορίας 73-75 mm, αξίας 0,968 Ε/ κιλό, στο συγκεκριμένο δελτίο που προσκομίζεται αναγράφεται παραγγελία για μήλα στάρκιν extra 18 X 160 X 1,144 και στάρκιν Α’ 10 Χ 56 Χ 0,968, αξίας 3.294,72 και 542,08 αντίστοιχα και συνολικά 3.836,8 Ε. Ακόμη, όμως, και αν ήθελε γίνει δεκτό ότι οι συγκεκριμένες μικρότερες ποσότητες μήλων, που αναγράφονται στα ως άνω δελτία, είχαν πράγματι παραγγελθεί, δεν αποδεικνύεται ότι οι συγκεκριμένες παραγγελίες εν τέλει δεν εκτελέστηκαν διότι οι εν λόγω έμποροι – πελάτες του συνεταιρισμού πράγματι τις ακύρωσαν, συνεπεία των όσων ανέφερε ο εκκαλών εφεσίβλητος στην τηλεφωνική του παρέμβαση στην εν λόγω τηλεοπτική εκπομπή, με αποτέλεσμα να ζημιωθεί ο συνεταιρισμός κατά το αντίστοιχο ποσό. Ουδέν σχετικό έγγραφο προσκομίζεται, η δε γενική αναφορά του προαναφερθέντος μάρτυρα απόδειξης περί ακύρωσης συλλήβδην όλων των παραγγελιών που έλαβε στις 24.2.2012 (ακόμη και αυτών για τις οποίες ο ενάγων συνεταιρισμός παραιτήθηκε του δικογράφου ως προς την αξίωση καταβολής της αντίστοιχης φερόμενης ζημίας του) αναιρείται από την αντίστοιχη κατάθεση του μάρτυρα ανταπόδειξης Γ. Η. και την ένορκη βεβαίωση της Δ. Κ., οι οποίοι καταθέτουν ότι ουδεμία ακύρωση παραγγελίας μήλων έγινε από τους αναφερόμενους στην αγωγή συνεργάτες του συνεταιρισμού, όπως τηλεφωνικά τους επιβεβαίωσαν οι ίδιοι ή οι υπεύθυνοι των εταιριών τους σε τηλεφωνική τους επικοινωνία, ουδέ αυτοί γνώριζαν οιοδήποτε σχετικό με την εν λόγω τηλεοπτική εκπομπή. Ως εκ τούτου δεν αποδεικνύεται ότι έγιναν ακυρώσεις παραγγελιών πώλησης μήλων από εμπόρους – πελάτες του συνεταιρισμού, που να συνδέονται αιτιωδώς με τα όσα υποστήριξε ο εκκαλών – εφεσίβλητος στην τηλεφωνική του παρέμβαση στην τηλεοπτική εκπομπή και η εξ αυτού του λόγου επικαλούμενη από το συνεταιρισμό ζημία. Συνεπώς, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, που έκρινε ομοίως και απέρριψε ως ουσία αβάσιμο το σχετικό αγωγικό κονδύλιο της περιουσιακής ζημίας του ενάγοντος συνεταιρισμού, δεν έσφαλε, αλλά ορθά εκτίμησε τις αποδείξεις, απορριπτομένου ως αβασίμου του σχετικού λόγου έφεσης του ενάγοντος Συνεταιρισμού.
Περαιτέρω, όμως, εφόσον δεν προκύπτει η αναλήθεια ή υπαίτια άγνοια των όσων ο εκκαλών – εφεσίβλητος στην τηλεφωνική του παρέμβαση στην εν λόγω τηλεοπτική εκπομπή εξέθεσε, ουδέ αποδεικνύεται η πρόκληση της επικαλούμενης από τον ενάγοντα συνεταιρισμό συγκεκριμένης περιουσιακής του ζημίας, δεν δικαιούται αυτός χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης με βάση τη διάταξη του άρθρου 920 ΑΚ. Ουδέ βεβαίως η σχετική αξίωσή του μπορεί να θεμελιωθεί στην ΑΚ 919, εφόσον εξ ουδενός αποδεικτικού στοιχείου προέκυψε πρόθεση του εκκαλούντος – εφεσιβλήτου να προκαλέσει ζημία στο συνεταιρισμό, αλλά κρίνεται ότι με την τηλεφωνική του παρέμβαση εξέφρασε την αγανάκτησή του για τη ζημία που, ως έμπορος, κατά κύριο λόγο πατάτας, το λεγόμενο «κίνημα της πατάτας» κατ’ εκείνη τη χρονική περίοδο είχε προκαλέσει στα οικονομικά του συμφέροντα. Χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης ο συνεταιρισμός δεν μπορεί να αξιώσει ουδέ και με βάση τις περί προσβολής της προσωπικότητας διατάξεις των άρθρων 57 και 59 ΑΚ, αφού και αυτές για τη θεμελίωσή της παραπέμπουν στις περί αδικοπραξιών διατάξεις των άρθρων 914 και 932 ΑΚ, που η εφαρμογή τους προϋποθέτει παράνομη συμπεριφορά, ήτοι συμπεριφορά αντίθετη σε διάταξη, οιουδήποτε κλάδου του δικαίου, η οποία απαγορεύει συγκεκριμένη πράξη που προσβάλλει κάποια έκφανση της προσωπικότητας του νομικού προσώπου, ήτοι την πίστη, φήμη, κύρος, επαγγελματικό μέλλον. Ουδέ βεβαίως το παράνομο της συμπεριφοράς του εκκαλούντος – εφεσιβλήτου μπορεί να θεμελιωθεί στο άρθρο 362 ΠΚ, διότι, κατά την προεκτεθείσα νομική σκέψη, υποκείμενο της δυσφήμησης μπορεί να είναι μόνον φυσικό και όχι, ως εν προκειμένω, νομικό πρόσωπο. Συνεπώς, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, το οποίο έκρινε ότι ο πρώτος εναγόμενος – εκκαλών με τα όσα εξέθεσε στην τηλεφωνική του παρέμβαση στην άνω τηλεοπτική εκπομπή τέλεσε σε βάρος του συνεταιρισμού το αδίκημα της δυσφήμησης του άρθρου 362 ΠΚ, που, σε συνδυασμό με τη διάταξη του άρθρου 914 ΑΚ συνιστά και αστικό αδίκημα και έκανε κατά ένα μέρος δεκτή την αγωγή, υποχρεώνοντας τον πρώτο εναγόμενο στην καταβολή ποσού 5.000 Ε στον ενάγοντα συνεταιρισμό, ως χρηματική ικανοποίηση, προς αποκατάσταση της ηθικής βλάβης, που αυτός υπέστη από την εν λόγω αδικοπρακτική συμπεριφορά αυτού, έσφαλε ως προς την εφαρμογή του νόμου. Θα πρέπει, συνεπώς, απορριπτομένου του σχετικού λόγου της έφεσης του ενάγοντος συνεταιρισμού, με τον οποίο ο τελευταίος παραπονείται ως προς το ύψος του επιδικασθέντος σ’ αυτόν ποσού χρηματικής ικανοποίησης και της έφεσης αυτού στο σύνολό της, εφόσον δεν υπάρχει άλλος λόγος προς έρευνα και, γενομένου δεκτού ως βάσιμου κατ’ ουσίαν του αντίστοιχου λόγου της έφεσης του πρώτου εναγόμενου, με τον οποίο ο τελευταίος παραπονείται για την εν μέρει παραδοχή του συγκεκριμένου αγωγικού κονδυλίου, να εξαφανιστεί η εκκαλούμενη απόφαση μόνον καθ’ ο μέρος έκανε κατά ένα μέρος δεκτή την αγωγή σε βάρος του πρώτου εναγόμενου, αφού, δε διακρατηθεί η υπόθεση και ερευνηθεί από το δικαστήριο αυτό, να απορριφθεί η αγωγή και ως προς αυτόν ως αβάσιμη κατ’ ουσίαν…