Υπόμνημα Δ.Σ.Λ. προς κ. Αρχηγό Αξ/κής Αντιπολίτευσης
Το Δ.Σ. του συλλόγου κατά την έκτακτη συνεδρίασή του την 21-10-2010 αποφάσισε ομόφωνα μετά από σχετική επίσημη πρόσκληση, να παραστεί αντιπροσωπεία του με επικεφαλής τον Πρόεδρο κ. Φίλιππο Σαμαρά στη συνάντηση εκπροσώπων των παραγωγικών φορέων και επιστημονικών συλλόγων στο Επιμελητήριο Λάρισας την 22-10-20010 στη πόλη μας με τον Αρχηγό της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης κ. Αντώνη Σαμαρά. Με την ίδια ομόφωνη απόφαση ο Αντιπρόεδρος κ. Δημήτρης Κατσαρός ανέλαβε και συνέταξε το παρακάτω έγγραφο υπόμνημα με τις θέσεις του συλλόγου σχετικά με το ζήτημα της «απελευθέρωσης» το οποίο ενεχείρισε ο Πρόεδρος του Συλλόγου μετά την τοποθέτησή του στην παραπάνω συνάντηση.
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ Λάρισα 22 Οκτωβρίου 2010
ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΛΑΡΙΣΑΣ Αριθμ. πρωτ. 455.
(Ν.Π.Δ.Δ.)
Ταχ. Δ/νση : ΜΕΓΑΡΟ ΔΙΚΗΓΟΡΩΝ ΛΑΡΙΣΑΣ
Τ.Θ. 1004 – 41 000 ΛΑΡΙΣΑ
Πληροφορίες : ΑΝΤΩΝΙΟΣ ΔΕΛΚΟΣ
Τηλέφωνο : 2410532037
FAX : 2410532042
E-mail : dslar@dslar.gr
Προς Κύριο Αντώνη Σαμαρά
Πρόεδρο της Νέας Δημοκρατίας
Αρχηγό Αξιωματικής Αντιπολίτευσης
Κύριε Πρόεδρε
Η επίσκεψή σας στη πόλη μας συμπίπτει με την αποχή των μελών του Συλλόγου μας από τα καθήκοντά τους στα Δικαστήρια στο πλαίσιο των αγωνιστικών κινητοποιήσεων του κλάδου ενόψει των νομοθετικών πρωτοβουλιών της Κυβέρνησης για την «απελευθέρωση» των λεγομένων «κλειστών» επαγγελμάτων. Αφού σας υποδεχθούμε και εμείς στη φιλόξενη Λάρισα ως ο πρώτος επιστημονικός σύλλογος της πόλης, θέλουμε να σας ενημερώσουμε σχετικά με το πρόβλημα «απελευθέρωση της δικηγορίας» και να καταθέσουμε την πρότασή μας.
Η «ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ» ΤΗΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΑΣ ΚΑΙ Η ΘΕΣΗ ΜΑΣ
Με την ενσωμάτωση της οδηγίας Μπολκενστάιν [2006/123] στο εθνικό δίκαιο με το Ν.3844/2010 και την ψήφιση του διαβόητου Μνημονίου με τον Ν. 3845/2010, σε συνδυασμό με την επιβολή ΦΠΑ στις δικηγορικές υπηρεσίες με τον Ν.3842/2010 η οποία είναι άδικη και εμποδίζει τους πολίτες να προσφεύγουν στη Δικαιοσύνη λόγω της υπέρμετρης αύξησης του κόστους, ο κλάδος μας εισήλθε στην πιο κρίσιμη καμπή της ιστορίας του οι οποίες προκάλεσαν από τον Απρίλιο μέχρι σήμερα πολυήμερες αγωνιστικές κινητοποιήσεις των δικηγόρων σε πανελλήνια κλίμακα. Με τα παραπάνω νομοθετήματα ετέθη η βάση για την κατάργηση θεμελιωδών διατάξεων της νομοθεσίας για την άσκηση της δικηγορίας καθώς επίσης και οι προϋποθέσεις για ένα εντελώς διαφορετικό τοπίο παροχής των δικηγορικών υπηρεσιών στη πατρίδα μας. Εξαρχής έχει διακηρυχθεί από τους δικηγορικούς συλλόγους της χώρας μας, ότι τυχόν κατάργηση θεμελιωδών διατάξεων της Δικηγορικής Νομοθεσίας σχετικά με την άσκηση του Δικηγορικού Λειτουργήματος που αφορούν την εδαφική αρμοδιότητα, τα ελάχιστα όρια δικηγορικών αμοιβών, την κατάργηση των γραμματίων προείσπραξης δικηγορικής αμοιβής, την απαγόρευση σύστασης και λειτουργίας «πολυεπαγγελματικών εταιριών» και άσκησης «πολλαπλών δραστηριοτήτων» από τους δικηγόρους, την απαγόρευση διαφήμισης, την αστική ευθύνη Δικηγόρου, θα οδηγήσει στην εξαφάνιση του ανεξάρτητου, ελεύθερου, μαχόμενου, αυτοαπασχολούμενου επαγγελματία δικηγόρου, στην κυριαρχία των οικονομικά ισχυρά στο χώρο μας δηλ. «καρτελοποίηση» των δικηγορικών υπηρεσιών με συνακόλουθη υπαλληλοποίηση των μαχόμενων δικηγόρων, αλλά και αυτονόητο αποκλεισμό των ασθενέστερων οικονομικά από το αγαθό της Δικαιοσύνης, ενόψει της βέβαιης αύξησης του «τιμολογίου» των αμοιβών. Μπροστά στο μέγιστο αυτό πρόβλημα για τους δικηγόρους, αλλά και για τους πολίτες της χώρας μας, εντελώς επιγραμματικά σας θέτουμε υπόψη σας τα παρακάτω που αποτελούν θέσεις των δικηγορικών συλλόγων σχετικά με τους περιορισμούς άσκησης της δικηγορίας.
ΟΙ ΚΡΙΣΙΜΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΚΑΙ Ο ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΩΝ ΜΑΣ
Οι εδαφικοί περιορισμοί
Οι περιορισμοί αυτοί έχουν τεθεί για την εξυπηρέτηση των πολιτών και ειδικά των κατοίκων των μη προνομιούχων (με οικονομικό κριτήριο) περιοχών, αλλά και αυτών που διαμένουν σε γεωγραφικά απομονωμένες περιοχές, δηλαδή συντρέχουν εν προκειμένω επιτακτικοί λόγοι δημοσίου συμφέροντος που δικαιολογούν αυτούς και αφορούν την προστασία των δικαιωμάτων πολιτών, οι οποίοι, είτε λόγω του οικονομικού κριτηρίου, είτε λόγω του γεωγραφικού βρίσκονται σε δυσμενή θέση έναντι άλλων συμπολιτών τους. Αν δεν υπήρχαν οι εδαφικοί περιορισμοί, δεν θα είχαν οι πολίτες αυτοί ταχεία και άμεση πρόσβαση σε δικηγόρο, χωρίς την οποία είναι αδύνατη και η πρόσβαση στο δικαστήριο, δηλαδή στο αγαθό της Δικαιοσύνης. Εν προκειμένω, ο Κώδικας Δικηγόρων προβλέπει την ύπαρξη διατάξεων για την ικανοποίηση αυτού του δικαιώματος των πολιτών με σκοπό την ικανοποίησή του και αναμφίβολα υπηρετεί επιτακτικό δημόσιο συμφέρον, αφού με συγκεκριμένες διατάξεις του προβλέπει τον διορισμό των Δικηγόρων σε κάθε περιφέρεια Πρωτοδικείου και για την αποκλειστική έδρα – εγκατάσταση σε αυτή με συγκεκριμένη εδαφική αρμοδιότητα. Αυτές ακριβώς οι διατάξεις δηλ. της τοπικής αρμοδιότητας και της αποκλειστικής έδρας, συνιστούν κίνητρα εγκατάστασης των Δικηγόρων, στις μη προνομιούχες με τα παραπάνω κριτήρια δικαστηριακές περιφέρειες, στις οποίες μπορούν με δική τους επιλογή να διοριστούν με συνακόλουθο αποτέλεσμα την κάλυψη των αναγκών των πολιτών των περιοχών αυτών, οι οποίες έχουν σχέση με το σύστημα πρόσβασης και απονομής της Δικαιοσύνης. Σε διαφορετική περίπτωση, αν δηλαδή δεν υπήρχαν οι διατάξεις αυτές, θα υπήρχε το φαινόμενο του δικηγορικού υδροκεφαλισμού των μεγάλων πόλεων όπου έχουν έδρα τα μεγάλα πρωτοδικεία, εφετεία κ.λ.π. και αντίστοιχα η έλλειψη δικηγόρων στις ορεινές, δύσβατες, φτωχές και γενικά μη προνομιούχες περιοχές. Παράλληλα και στη κατεύθυνση επιδίωξης αυτού του σκοπού που υπηρετεί επιτακτικό δημόσιο συμφέρον, ο Κώδικας Δικηγόρων προβλέπει την οργάνωση των Δικηγόρων σε Δικηγορικούς Συλλόγους με την μορφή των ΝΠΔΔ με τοπική αρμοδιότητα, έδρα των πρωτοδικείων, πειθαρχική αρμοδιότητα των μελών του κ.λ.π. στοιχεία που αναδεικνύουν την αναγκαιότητα δημοσίου ελέγχου της άσκησης του Δικηγορικού Λειτουργήματος. Σημειωτέον, ότι -αναφορικά με τους εδαφικούς περιορισμούς της δικηγορίας- και παλαιότερα αλλά και πρόσφατα, το ΔΕΕ, κρίνοντας σε σχέση με τους ισχύοντες περιορισμούς για τους φαρμακοποιούς, δέχθηκε ότι οι κανόνες αυτοί επιδιώκουν την αποφυγή υπερσυγκέντρωσης φαρμακείων σε μεγάλα αστικά κέντρα ή μόνο σε ελκυστικές περιοχές και την εξασφάλιση της άμεσης πρόσβασης των κατοίκων των απομονωμένων ή λιγότερο ελκυστικών περιοχών στις φαρμακευτικές υπηρεσίες, το οποίο συνιστά επιτακτικό λόγο δημοσίου συμφέροντος που δικαιολογεί αυτούς και δεν παραβιάζει την αρχή της αναλογικότητας (Δ.Ε.Ε., αποφ. της 1ης Ιουνίου 2010, C-570/07 και C-571/07, Perez και Gomez).
Ελάχιστα όρια αμοιβών –Γραμμάτια προείσπραξης δικηγορικής αμοιβής.
-Η διατήρηση του ισχύοντος συστήματος των γραμματίων προείσπραξης των δικηγορικών αμοιβών από τους Δικηγορικούς Συλλόγους αποφέρει δημοσιονομικό όφελος. Η έκδοση του γραμματίου προείσπραξης από τον Δικηγόρο και η υποχρεωτική προσκομιδή του για την παράστασή στο Δικαστήριο ή στο συμβολαιογράφο κατά την παράσταση στη σύνταξη του συμβολαίου αποφέρει μεγάλο δημοσιονομικό όφελος στα ταμεία του Κράτους αφού γίνεται παρακράτηση φόρου 15% επί του ποσού της προείσπραξης, το οποίο εισπράττεται και αποδίδεται από το προσωπικό των συλλόγων στο Δημόσιο δηλ. αδαπάνως γι αυτό. Επίσης το σύστημα της έκδοσης των γραμματίων προείσπραξης αποφέρει και όφελος στα ασφαλιστικά μας ταμεία αφού ποσοστό επί του ποσού προείσπραξης παρακρατείται και αποδίδεται σ’ αυτά. Πρόταση των Δικηγορικών Συλλόγων της χώρας προς την Πολιτεία είναι η επέκταση της έκδοσης των γραμματίων προείσπραξης και σε άλλες εξώδικες υποθέσεις, η οποία θα έχει σαν αποτέλεσμα την μεγιστοποίηση του δημοσιονομικού οφέλους. Επίσης η διατήρηση του ισχύοντος συστήματος των γραμματίων προείσπραξης των δικηγορικών αμοιβών από τους Δικηγορικούς Συλλόγους σε συνδυασμό με τα θεσπισμένα ελάχιστα όρια αμοιβών απαιτείται και για άλλους λόγους επιτακτικού δημοσίου συμφέροντος. Καταρχήν εξασφαλίζει την επαγγελματική αξιοπρέπεια των δικηγόρων, οι οποίοι σύμφωνα με το νόμο είναι άμισθοι δημόσιοι λειτουργοί της Δικαιοσύνης, δηλ. συμπράττοντες λειτουργοί στο σύστημα απονομής της Δικαιοσύνης. Δηλαδή, δεν είναι απλοί επιτηδευματίες που παράγουν εμπορικά –καταναλωτικά προϊόντα και τα γραμμάτια προείσπραξης σε συνδυασμό με το ισχύον σύστημα ελαχίστων αμοιβών αποτελούν μέσον εξασφάλισης της επαγγελματικής τους αξιοπρέπειας. Επίσης, το σύστημα αυτό διευκολύνει τον πολίτη για την αντικειμενική του πληροφόρηση στο ζήτημα της δικηγορικής αμοιβής, το Δικαστήριο για την επιβολή της δικαστικής δαπάνης στον ηττηθέντα διάδικο, κυρίως όμως, τον οικονομικά αδύναμο πολίτη να απευθυνθεί στον φυσικό του δικηγόρο και να του αναθέσει την υπόθεσή του έναντι αμοιβής, την οποία μπορεί να καταβάλει.
Περιορισμοί άσκησης πολλαπλών δραστηριοτήτων.
Στη χώρα μας απαγορεύεται η ίδρυση πολυεπαγγελματικής εταιρείας με σκοπό την άσκηση του Δικηγορικού Λειτουργήματος ( π.δ. 152/2000 και 81/2005), η σύσταση κεφαλαιουχικών εταιριών με τη μορφή ΑΕ και ΕΠΕ, ενώ σύμφωνα με τον Κώδικα Περί Δικηγόρων δεν επιτρέπεται να ασκεί έργα τα οποία είναι ασυμβίβαστα με τη δικηγορία. Οι απαγορεύσεις αυτές έχουν τεθεί ενόψει της ιδιαίτερης φύσης του δικηγορικού λειτουργήματος και προς κατοχύρωση της αποστολής και ανεξαρτησίας του δικηγόρου απέναντι στα μεγάλα συμφέροντα, στη διασφάλιση του επαγγελματικού απορρήτου, στην αποκλειστική ενασχόλησή του με τα συμφέροντα του εντολέα του και στον εξοπλισμό της φυσιογνωμίας του, ως άμισθου δημοσίου λειτουργού της Δικαιοσύνης. Στοιχεία δηλαδή, που είναι αυτονόητα στο νομικό μας πολιτισμό, αφού ο δικηγόρος δεν είναι επιχειρηματίας ή έμπορος που επιδιώκει το επιχειρηματικό όφελος, αλλά εργαζόμενος στο χώρο της Δικαιοσύνης, συλλειτουργός που εργάζεται σύμφωνα με την επιστημονική του γνώση, το ήθος, την επαγγελματική του επάρκεια και αξιοπρέπεια. Επομένως, ορθά η άσκηση του Δικηγορικού Λειτουργήματος επιτρέπεται μόνο σε φυσικό πρόσωπο ή εταιρία αποτελούμενη μόνο από δικηγόρους, που διαθέτουν τα προβλεπόμενα από το νόμο προσόντα και τα οποία παρέχουν όλα τα εχέγγυα της προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας και της προσωπικής ευθύνης. Σε αντίθετη περίπτωση, η συμμετοχή δικηγόρου σε πολυεπαγγελματικές η κεφαλαιουχικές εταιρείες, αλλοιώνει απολύτως την προπεριγραφόμενη φυσιογνωμία του Δικηγόρου, δεδομένου ότι στην περίπτωση αυτή καθίσταται ένας απλός εταίρος ο οποίος εξυπηρετεί τα παντοειδή συμφέροντα όλων των κλάδων της εταιρίας και υπόκειται στις πιέσεις των αναγκών και του ανταγωνισμού της αγοράς, στοιχεία που έρχονται σε διάσταση με τον ιδιαίτερο ρόλο, την φύση και αποστολή του ως συλλειτουργού της δικαιοσύνης.
Περιορισμός αστικής ευθύνης του Δικηγόρου
Κατά το άρθρο 73 παρ. 4 Εισ. Ν.Κ.Πολ.Δ., οι Δικηγόροι ευθύνονται αστικά μόνο για δόλο ή βαριά αμέλεια και τούτο προς κατοχύρωση της προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας του και της ακώλυτης άσκησης της ελευθερίας έκφρασης κατά την άσκηση των καθηκόντων του. Σε περίπτωση όμως που η ευθύνη του Δικηγόρου επεκταθεί σε κάθε αμέλεια, τότε πρόκειται για άρση του περιορισμού της αστικής ευθύνης, με ο,τιδήποτε αυτό σημαίνει για την ιδιαίτερη φυσιογνωμία, ρόλο και αποστολή του δικηγόρου, ο οποίος ταυτίζεται πλέον με τον κάθε άλλο επαγγελματία. Σημειωτέον ότι σχετικοί περιορισμοί αστικής ευθύνης υπάρχουν και για άλλες κατηγορίες προσώπων, δηλαδή δημόσιοι υπάλληλοι, Δήμαρχοι, συμβολαιογράφοι, υποθηκοφύλακες, δικαστικοί υπάλληλοι, δικαστικοί επιμελητές.
Περιορισμός απαγόρευσης διαφήμισης
Και αυτός ο περιορισμός ο οποίος τάσσεται στον Κώδικα Δεοντολογίας άσκησης της δικηγορίας δικαιολογείται από την ιδιαίτερη φύση και αποστολή του λειτουργήματος του δικηγόρου. Άλλως, αν επιτρεπόταν η διαφήμιση κατά τους όρους ΣΟΥΠΕΡ ΜΑΡΚΕΤ θα είχαμε πέραν των άλλων, στη πράξη εξαφάνιση του ανεξάρτητου, ελεύθερου, μαχόμενου δικηγόρου και κυριαρχία των οικονομικά ισχυρών που θα διέθεταν τα οικονομικά μέσα για μια τέτοια ανεξέλεγκτη διαφήμιση. Γι’ αυτό δικαιολογημένα υποστηρίζεται, ότι αν καταργηθεί ο περιορισμός της απαγόρευσης της διαφήμισης ανοίγει η λεωφόρος για την επικράτηση των οικονομικά ισχυρών στο χώρο των δικηγορικών υπηρεσιών, σε συνδυασμό μάλιστα και με την κατάργηση των άλλων προαναφερόμενων περιορισμών περί πολυεπαγγελματικών –κεφαλαιουχικών εταιριών.
Παράθεση άλλων επιχειρημάτων.
– Η Δικηγορία δεν είναι κλειστό επάγγελμα. Όλοι οι πολίτες της χώρας αυτής γνωρίζουν ότι για να γίνει κάποιος δικηγόρος δεν απαιτείται τίποτε άλλο, παρά το πτυχίο Νομικής Σχολής και η 18μηνη πρακτική άσκηση της δικηγορίας. Γνωρίζουν επίσης, ότι ο κλάδος των δικηγόρων χειμάζεται χρόνια τώρα από τον δυσανάλογα μεγάλο προς τον πληθυσμό της χώρας αριθμό τους, που είναι και η πρωταρχική αιτία για την υποαπασχόληση, την ουσιαστική και μη καταγεγραμμένη ανεργία ενός μεγάλου ποσοστού και ειδικά των νέων συναδέλφων. Όσον αφορά την αναλογία των δικηγόρων και σύμφωνα με την παρακάτω αναφερόμενη πανευρωπαϊκή έρευνα η Ελλάδα των 34.000 δικηγόρων διαθέτει 307 δικηγόρους ανά 100.000 κατοίκους, αναλογία που ξεπερνά μόνο η Κύπρος (319). Υψηλές αναλογίες παρουσιάζουν επίσης η Ιταλία (259), η Ισπανία (259) και η Ιρλανδία (229). Παρά ταύτα η επικοινωνία, δηλ. η προπαγάνδα της τρόικας και της πολιτείας μας που εφαρμόζει την πολιτική της στα πλαίσια του διαβόητου μνημονίου, έχει στήσει ήδη τον πρώτο μύθο εντάσσοντας την δικηγορία στα «κλειστά επαγγέλματα».
– Στην Ελλάδα και αναφορικά με τις διατάξεις που διέπουν την άσκηση του δικηγορικού επαγγέλματος ισχύει αυτό που ισχύει σε όλη σχεδόν την Ευρώπη με μικρές παραλλαγές. Αυτό αποδεικνύεται πλέον από επίσημη πανευρωπαϊκή μελέτη της βελγικής νομικής εταιρίας [DBB], η οποία έγινε μετά από παραγγελία της Ε.Ε. με αντικείμενο τις προϋποθέσεις άσκησης της δικηγορίας στις χώρες της Ευρώπης και η οποία δημοσιεύθηκε στο κυριακάτικο φύλλο της ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ την 12-09-2010. Το πόρισμα της μελέτης αυτής τοποθετεί τις αμοιβές των Ελλήνων δικηγόρων στα μέσα επίπεδα των Ευρωπαίων συναδέλφων τους, μαζί με άλλες επτά χώρες (Πορτογαλία, Ουγγαρία, Εσθονία, Βέλγιο κ.λπ.), ενώ σχετικά με τη σχέση αριθμού και αμοιβών, σημειώνει ότι «δεν υπάρχουν προφανείς συνδέσεις μεταξύ του αριθμού των δικηγόρων και του ποσού των αμοιβών». Επίσης καταρρίπτει και τον άλλο μεγάλο μύθο, ότι δηλαδή η θέσπιση κατώτερης αμοιβής αποτελεί μια ιδιομορφία της Ελλάδας. Σε πολλές χώρες της Ε.Ε. υπάρχει ρύθμιση των δικηγορικών αμοιβών, είτε από την κυβέρνηση, είτε από τους δικηγορικούς συλλόγους. Συγκεκριμένα, με κυβερνητικές αποφάσεις ρυθμίζεται μέρος των αμοιβών των δικηγόρων, μεταξύ άλλων, σε Αυστρία, Τσεχία, Γερμανία, Ιταλία κ.α., ενώ σε Ηνωμένο Βασίλειο, Κύπρο και Σλοβενία υπάρχει ρύθμιση από τους Δικηγορικούς Συλλόγους. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχει η δυνατότητα ελεύθερης διαπραγμάτευσης μεταξύ δικηγόρων και πελατών, η οποία συνήθως αφορά αμοιβές υψηλότερες από τις καθορισμένες. Επίσης, σε αρκετά κράτη, η ρύθμιση αφορά μέρος της αμοιβής –συχνά όχι το μεγαλύτερο– του δικηγόρου. Η ευρύτατη διάδοση των ρυθμισμένων αμοιβών παρατηρείται παρά το γεγονός ότι τα τελευταία 12 χρόνια υπήρξε άρση των ελέγχων σε Ολλανδία, Βέλγιο, Δανία και Ιταλία, όπου όμως υπάρχει δικαστική διαμάχη για το θέμα. Δηλαδή η συγκεκριμένη έρευνα έρχεται να αποκαλύψει το κίβδηλο εκμαγείο των όψιμων εν Ελλάδι “εραστών” του νεοφιλελευθερισμού, καταδεικνύοντας ότι στη συντριπτική πλειοψηφία των χωρών της Ε.Ε. εφαρμόζονται συστήματα ελάχιστης κατώτατης δικηγορικής αμοιβής υποχρεωτικά εκ του νόμου. Μεταξύ αυτών είναι και η Γερμανία, η ατμομηχανή της Ευρώπης, χωρίς να έχουν δημιουργηθεί καθυστερήσεις στην οικονομική ανάπτυξή της. Αλλά και σε αρκετές από τις χώρες της Ε.Ε., που δεν υπάρχουν δεσμευτικά καθορισμένες τιμές, στην περίπτωση που δεν επέλθει συμφωνία μεταξύ πελάτη και δικηγόρου για το ύψος της αμοιβής, υπάρχουν θεσπισμένες αμοιβές και εγγυήσεις. Στη Γαλλία υπάρχει προγραμματισμός για τις αμοιβές των δικηγόρων (για υποθέσεις του Πρωτοδικείου ή του Εφετείου), αν και συνήθως «προτιμούν υψηλότερες ελεύθερες αμοιβές». Στη Γερμανία, οι δικηγορικές αμοιβές είναι καθορισμένες. Στην Αυστρία ορίζονται με βάση την κυβερνητική πράξη τιμολόγησης. Στη Μάλτα ρυθμίζονται από τον Κώδικα Οργανισμού Πολιτικών Διαδικασιών και από αποφάσεις δικαστηρίων. Στη Λετονία προβλέπεται προγραμματισμός των αμοιβών από το υπουργικό συμβούλιο, κάτι που δεν έχει υπάρξει μέχρι τώρα. Στην Κύπρο, οι αμοιβές καθορίζονται από τον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, όταν τα εμπλεκόμενα μέρη δεν μπορούν να φτάσουν σε συμφωνία. Στη Σλοβενία ορίζονται από τον δικηγορικό σύλλογο, με συμφωνία του υπουργείου Δικαιοσύνης. Με γραπτή συμφωνία των δύο μερών μπορεί να είναι μεγαλύτερες. Στη Λιθουανία, υπάρχει διαπραγμάτευση μεταξύ πελάτη και δικηγόρου. Σε περίπτωση μη συμφωνίας, το υπουργείο Δικαιοσύνης έχει υιοθετήσει συστάσεις αμοιβών που συναρτώνται με τον κατώτερο μισθό. Το ίδιο περίπου ισχύει και στην Τσεχία, με θεσμοθετημένη «ταρίφα» νομικών υπηρεσιών. Στην Ουγγαρία, οι αμοιβές καθορίζονται από τα εμπλεκόμενα μέρη, αλλιώς ορίζει το δικαστήριο. Στη Σλοβακία, εάν δεν έρθουν σε συμφωνία τα δύο μέρη, υπάρχει ρύθμιση από το υπουργείο Δικαιοσύνης. Στη Φινλανδία, οι τιμές είναι «ανοιχτές», αν και ο Δικηγορικός Σύλλογος έχει δώσει ορισμένες οδηγίες, οι οποίες όμως δεν ακολουθούνται. Στη Ρουμανία, οι δικηγόροι είναι ελεύθεροι να ζητούν την αμοιβή τους, εντός κριτηρίων που έχουν τεθεί από τη νομοθεσία.
Δηλαδή, από την παράθεση των στοιχείων της μελέτης προκύπτει κατά τρόπο αδιαμφισβήτητο, ότι στις χώρες της Ευρώπης ισχύει, όχι μόνο το σύστημα των ελαχίστων αμοιβών, αλλά και πρόσθετοι «περιορισμοί» που αφορούν την άσκηση της δικηγορίας, με προέχοντα αυτόν της οργάνωσης των δικηγόρων σε δικηγορικούς συλλόγους με τοπική αρμοδιότητα.
-Δεν πρόκειται να αυξηθεί το Α.Ε.Π. με το «άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων». Την θέση αυτή εξέφρασε στο κυριακάτικο φύλλο της Ελευθεροτυπίας την 12-09-2010, σε συνέντευξή του ο διεθνούς φήμης οικονομολόγος Δημήτρης Παπαδημητρίου, ο οποίος μεταξύ των άλλων έλεγε και αποδείκνυε, ότι δεν πρόκειται να αυξηθεί το Α.Ε.Π. με το «άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων», τόνιζε δε ότι αναφορικά με την δικηγορία ότι δεν πρόκειται να υπάρξει αύξηση, αφού δεν υπάρχει περίπτωση δημιουργίας περισσότερων νομικών συναλλαγών. Δηλαδή τα όσα αναφέρονται περί του αντιθέτου από το Ι.Ο.Β.Ε. και αναπαράγονται από την προπαγάνδα των μεγάλων ΜΜΕ στερούνται βασιμότητας. Επεσήμανε δε ακόμη ο γνωστός οικονομολόγος Δ. Παπαδημητρίου ότι ενδεχόμενο «άνοιγμα» της δικηγορίας δεν θα οδηγήσει σε μεγαλύτερο ανταγωνισμό, αλλά σε μικρότερο και όχι μικρότερη αλλά υψηλότερη τιμολόγηση.
Η ΠΡΟΤΑΣΗ ΜΑΣ
Mε αλλεπάλληλες δηλώσεις κορυφαίοι Υπουργοί της Κυβέρνησης και ο ίδιος ο κ. Πρωθυπουργός δηλώνουν ότι η κυβέρνηση είναι αποφασισμένη να προχωρήσει στην «απελευθέρωση» («άνοιγμα») όλων των «κλειστών» επαγγελμάτων και μάλιστα με όσα είδαν το φως της δημοσιότητας αυτό αναμένεται να γίνει με νόμο –πλαίσιο μετά τις αυτοδιοικητικές εκλογές. Οσον αφορά τους δικηγόρους, από την ηγεσία του Υπουργείου Δικαιοσύνης, κκ. Υπουργό και πρώην Γ. Γραμματέα μας προτάθηκε μια μερική αποδοχή των περιορισμών στη βάση μιας ποσοτικοποιήσης αυτών και ειδικότερα να αποδεχθούμε την κατάργηση όλων των περιορισμών σε μια λογική που υπακούει στο «μήπως και έτσι πεισθεί η τρόικα να συναινέσει στη διατήρηση των γραμματίων προείσπραξης…»!!!!
Προφανέστατα και μια τέτοια λογική δεν μας βρίσκει σύμφωνους όταν σε όλη σχεδόν την Ευρώπη όπως προαναφέρεται τα ισχύοντα είναι περίπου τα ίδια με αυτά στη χώρα μας.
Εν προκειμένω ζητούμε ένα σαφές και καθαρό πλαίσιο διαλόγου και στη βάση όχι της λογικής του διαβόητου μνημονίου που θέλει η τρόικα αλλά στη βάση των ευρωπαϊκών παραδοχών και δεδομένων τα οποία μας επιτρέπουν να διατηρήσουμε τις υφιστάμενες διατάξεις εφόσον τις δικαιολογήσουμε από λόγους επιτακτικούς δημοσίου συμφέροντος σύμφωνα και με τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου. Αυτός ο διάλογος όμως πρέπει να γίνει σε ικανό χρονικό διάστημα και όχι μέσα στις ασφυκτικές προθεσμίες που τάσσει η τρόικα και το μνημόνιο. Ζητούμε λοιπόν την αναβολή της νομοθετικής πρωτοβουλίας αναφορικά με το δικηγορικό επάγγελμα και το διάλογο με βάση τις ευρωπαϊκές παραδοχές και δεδομένα.
Η διαφοροποίηση αυτή δεν έχει την έννοια ότι αποδεχόμαστε τη λογική του «κοινωνικού αυτοματισμού» και της αντιπαράθεσης με άλλες κοινωνικές ομάδες, προσφιλή άλλωστε στις κυβερνήσεις και στην επικοινωνία των μεγάλων ΜΜΕ, αλλά την επισημαίνουμε δεδομένου ότι η δικηγορία ως επάγγελμα δυστυχώς εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας Μπολκενστάιν και με τον Ν. 3844/2010 [ενσωμάτωση οδηγίας 2006/123] υφίσταται νόμος – πλαίσιο ενώ άλλα επαγγέλματα δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής με συνακόλουθη νομική συνέπεια να μην υφίσταται νόμος –πλαίσιο.
Επομένως το αίτημά μας για αναβολή της νομοθετικής πρωτοβουλίας με σκοπό τον επαρκή χρόνο για διάλογο με βάση τις ευρωπαϊκές νομικές αρχές και παραδοχές είναι απολύτως βάσιμο και εύλογο.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Κύριε Πρόεδρε
Η χώρα μας τελευταία υπό την ψυχολογική τρομοκρατία της οικονομικής συγκυρίας, του «δεν υπάρχει άλλος δρόμος», έχει καταστεί τόπος τέλεσης των πάσης φύσεως πειραμάτων της τρόικας και οι πολίτες της τα δυνητικά πειραματόζωα, από την αντίδραση και συμπεριφορά των οποίων θα εξαρτηθεί η πρακτική εφαρμογή των σχεδίων σε ευρύτερη κλίμακα. Έτσι, εργαζόμενοι και κλάδοι ολόκληροι συκοφαντούνται ως ενεργούντες με συντεχνιακή λογική, απλοί αυτοαπασχολούμενοι, ελεύθεροι επαγγελματίες φωτογραφίζονται ευθέως ότι εμποδίζουν την ανάπτυξη της χώρας, τον ανταγωνισμό (!!!) και μένουν στο απυρόβλητο οι διαχρονικά υπεύθυνοι για το κατάντημα της χώρας, για τα «λεφτά που έφαγαν», για τη διαφθορά, για τη διαπλοκή, για την ανεργία, για το σύστημα πελατειακών σχέσεων και για πολλά άλλα που αποτελούν τα πραγματικά αίτια.
Ο κλάδος μας δεν είναι αυτός των προνομιούχων. Το μεγαλύτερο ποσοστό και ειδικά των νέων μαστίζονται από την υποαπασχόληση και από πραγματική ανεργία η οποία είναι κεκαλυμμένη, δεν καταγράφεται και κανείς βέβαια δεν ομιλεί γι αυτήν.
Ζητούμε να μελετήσετε τις θέσεις μας και στο πλαίσιο του κορυφαίου ρόλου σας να συμπαρασταθείτε στα παραπάνω αιτήματά μας.
Εννοείται ότι θα είμαστε στη διάθεσή σας για οιαδήποτε διευκρίνιση, εξειδίκευση ή ενημέρωση επί των προαναφερομένων.
Με τιμή
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΕΝ.ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
ΦΙΛΙΠΠΟΣ ΣΑΜΑΡΑΣ ΧΡΗΣΤΟΣ ΝΟΤΑΣ