Δελτίο τύπου Ολομέλειας 30.12.2011
ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ ΠΡΟΕΔΡΩΝ
ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΩΝ ΣΥΛΛΟΓΩΝ ΕΛΛΑΔΟΣ
Αθήνα, 30-12-2011
ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
Η Ολομέλεια των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος καταδικάζει την ανεπιτυχή, ευτυχώς, προσπάθεια των Υπουργείων Οικονομικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων να τροποποιήσει τις διατάξεις του Ν. 3919/2011 που αφορούν στις Δικηγορικές εταιρείες με Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου στη συνεδρίαση του Υπουργικού Συμβουλίου της 29.12.2011.
Η ενέργεια αυτή, εκτός από παράνομη, καθώς δεν νοείται σε κράτος δικαίου η τροποποίηση νόμων που ψήφισε η Ολομέλεια της Ελληνικής Βουλής με πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου που αιφνίδια εισάγονται σε συνεδριάσεις του Υπουργικού Συμβουλίου, αποδεικνύει δυστυχώς ότι οι εξαγγελλόμενες προθέσεις του Υπουργείου Δικαιοσύνης για διάλογο με τους αρμόδιους φορείς – και εν προκειμένω τους Δικηγόρους – για τα μείζονα θέματα της Δικαιοσύνης δεν είναι ειλικρινείς, ιδίως από τη στιγμή κατά την οποία λειτουργεί ήδη η Επιτροπή που συνέστησε το ίδιο το Υπουργείο Δικαιοσύνης για τη ριζική αναθεώρηση του Κώδικα Δικηγόρων, στις διατάξεις του οποίου αναμένεται να συμπεριληφθούν και οι ρυθμίσεις για τις Δικηγορικές εταιρείες.
Ειδικότερα, για το θέμα των Δικηγορικών εταιρειών τονίζεται ότι οι όροι ίδρυσής τους συζητήθηκαν και ψηφίστηκαν στη Βουλή των Ελλήνων μόλις πριν από οκτώ μήνες μετά από γόνιμο διάλογο που προηγήθηκε της ψήφισης του Ν. 3919/2011 για το άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων.
Η Ολομέλεια των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος διατυπώνει την έντονη αντίθεσή της στην προώθηση της ψήφισης της ως άνω ρύθμισης ως δήθεν κατεπείγουσας με τη διαδικασία του άρθρου 44 παράγρ. 1 του Συντάγματος, επισημαίνοντας πως η πρωτοβουλία αυτή εκφεύγει των ορίων της συνταγματικής νομιμότητας, εγείροντας έτσι μείζον ζήτημα συνταγματικής τάξης και λειτουργίας των θεσμών. Πιο συγκεκριμένα, ουδόλως πληρούνται οι προβλεπόμενες από το συντακτικό νομοθέτη προϋποθέσεις έτσι ώστε να παραβλεφθεί η συνήθης νομοθετική διαδικασία και να επισπευστεί – μέσω πράξης νομοθετικού περιεχομένου και μάλιστα εν κρυπτώ και παραβύστω – η ρύθμιση του ζητήματος των δικηγορικών εταιριών, η οποία δεν αποτελεί φυσικά περίπτωση εξαιρετικά επείγουσας και απρόβλεπτης ανάγκης.
Θεωρούμε ότι η ενέργεια της Κυβέρνησης να επαναφέρει το θέμα οκτώ μόλις μήνες μετά την ψήφιση του ανωτέρω νόμου και μάλιστα τις παραμονές του νέου έτους, χωρίς την τήρηση των νόμιμων κοινοβουλευτικών διαδικασιών και δίχως να έχει προγενέστερα ζητηθεί η γνώμη του κατεξοχήν αρμόδιου θεσμικού οργάνου, της Ολομέλειας των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων της Ελλάδος, εξυπηρετεί εξωθεσμικά συμφέροντα πολυεθνικών εταιρειών, ξένων προς τη λειτουργία του Δικηγορικού λειτουργήματος· Ιδίως δε όταν ο Δικηγορικός κλάδος ομόφωνα διαφωνεί με τη θέση της Κυβέρνησης και έχει εκφράσει αιτιολογημένη γνώμη για τη συμβατότητα του υφιστάμενου νομοθετικού πλαισίου με τη Συνθήκη για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία έχει ήδη γίνει μάλιστα αποδεκτή και από το καθ’ ύλην αρμόδιο Υπουργείο Δικαιοσύνης.
Είναι προφανές ότι το θέμα επανέρχεται εκ νέου κατ’ εντολή της τρόικας και στα πλαίσια των μνημονιακών υποχρεώσεων της Κυβέρνησης. κατά άκριτη υιοθέτηση προτάσεων ασύμβατων με το νομικό μας πολιτισμό, ισοδυναμούσα με πλήρη καταστρατήγηση κάθε έννοιας επιστημονικού διαλόγου σε θεσμικό επίπεδο και απουσία σεβασμού έναντι κοινωνικών και επαγγελματικών ομάδων, όπως είναι εν προκειμένω το Δικηγορικό σώμα.
Η Ολομέλεια των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος δηλώνει ρητά και κατηγορηματικά ότι οποιαδήποτε προσπάθεια, όπως είναι η ανωτέρω που στρέφεται ευθέως κατά του Δικηγορικού λειτουργήματος, θα βρει αντιμέτωπους καθολικά και αγωνιστικά τους Δικηγόρους όλης της χώρας.
Καλούμε την Κυβέρνηση και το αρμόδιο Υπουργείο να εγκαταλείψουν τις λογικές αιφνιδιασμών, που αποβλέπουν απλώς και μόνο στην εν κρυπτώ θέσπιση ρυθμίσεων και στην αποφυγή του ενδεχομένου εκδήλωσης εύλογων και νομικά τεκμηριωμένων αντιρρήσεων και να λάβουν υπόψη τους τις έντονες ανησυχίες της Δικηγορικής «απελευθέρωσης» των Δικηγορικών εταιριών καθώς επίσης και τις σχετικές προτάσεις της, αλλά και να προσέλθουν εντέλει σε έναν ειλικρινή και ουσιαστικό διάλογο που δεν θα υπονομεύεται από προειλημμένες αποφάσεις και πρόθεση επιβολής ρυθμίσεων αποκλειστικά και μόνο εξωθεσμικής σύλληψης και προέλευσης.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ
ΓΙΑΝΝΗΣ ΑΔΑΜΟΠΟΥΛΟΣ