Έγγραφο Ολομέλειας για αίτημα απογραφής υπαλλήλων Δικηγορικών Συλλόγων
ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ ΠΡΟΕΔΡΩΝ
ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΩΝ ΣΥΛΛΟΓΩΝ ΕΛΛΑΔΟΣ
Αθήνα, 29.5.2012
Αρ. Πρωτ.
Προς
Α) Το Υπουργείο Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και
Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων
Γεν. Δ/νση Διοίκησης Δικαιοσύνης Δ/νση Δ3
Τμήμα Δικηγορικού Λειτουργήματος και
Δικαστικών Επιμελητών
Β) Υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης και
Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης
Γενική Δ/νση Κατάστασης Προσωπικού
Διεύθυνση Διοίκησης Ανθρωπίνου Δυναμικού
Ομάδα Απογραφής
Σχετικά:1. Το με αρ. πρωτ. 14189/13-2-2012 του υπό Α) Υπουργείου
2. Το με αρ. πρωτ. ΔΙΔΑΔ/Φ.81/5/7421/20-4-2012 του υπό Β) Υπουργείου
Μετά την αποστολή του πρώτου ως άνω εγγράφου η Ολομέλεια των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων στις 18-2-2012 τοποθετήθηκε επί του ζητήματος και νομικά αιτιολογημένα κατέληξε ότι δεν πρέπει οι Δικηγορικοί Σύλλογοι να απογράφουν το προσωπικό τους, όπως συμπυκνώνεται η σκέψη της στο κατωτέρω κείμενο.
Με τ’ ανωτέρω έγγραφα –που προφανώς προέκυψαν κατόπιν της (μη δέσμιας) γνώμης που εξέφρασε ο Γενικός Γραμματέας της Κυβέρνησης με το με αρ. πρωτ. 575/7-2-2012 έγγραφό του- καλείτε τους Δικηγορικούς Συλλόγους της χώρας, όπως συμμορφωθούν στην απορρέουσα από το άρθρο 49 του ν. 3943/2011 δήθεν υποχρέωση να καταγράφουν στο ηλεκτρονικό προσωπικό μητρώο του Υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης τα στοιχεία των αποφάσεων μεταξύ άλλων, διορισμού, πρόσληψης και αποχώρησης του μονίμου και με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου προσωπικού, καθώς και των υπαλλήλων με θητεία. Στην υποχρέωση αυτή υπόκεινται όλοι οι φορείς που αναφέρονται στο άρθρο 1 παρ. 1 του ν. 3812/2009, και με το επιχείρημα ότι δεν γίνεται διάκριση μεταξύ των χρηματοδοτούμενων ή μη από τον κρατικό προϋπολογισμό ν.π.δ.δ., αβασινίστως θεωρείτε ότι αφορά και τους Δικηγορικούς Συλλόγους.
Δεδομένου ότι καμία από τις περιπτώσεις του άρθρου 1 παρ. 1 του ν. 3812/2009 (που τροποποιεί το άρθρο 14 του ν. 2190/1994, ήτοι το νόμο περί ΑΣΕΠ, όπου επίσης δεν υπόκεινται οι υπάλληλοι των Δικηγορικών Συλλόγων) δεν μνημονεύει τους Δικηγορικούς Συλλόγους, μόνο από τη γενική διάταξη ότι «όλοι οι φορείς του δημοσίου τομέα, όπως αυτός οριοθετείται με τις διατάξεις του άρθρου 1 παρ. 6 του ν. 1256/1982 και τις μεταγενέστερες συμπληρώσεις του πριν από την τροποποίηση του με το άρθρο 51 του ν. 1892/1990», θα μπορούσε κανείς να ισχυρισθεί ότι περιλαμβάνονται οι Δικηγορικοί Σύλλογοι.
Ωστόσο, τα αρμόδια κατά το Σύνταγμα όργανα, ήτοι τα Δικαστήρια τόσο τα διοικητικά όσο και τα πολιτικά παγίως εξαιρούν τους Δικηγορικούς Συλλόγους από την έννοια του φορέα του δημόσιου τομέα κατά την παρ. 6 του ν. 1256/1982. Ειδικότερα έχει κριθεί ότι «… από τους φορείς (της παρ. 6 του άρθρου 1 του ν. 1256/1982), πρέπει προδήλως να αποκλειστούν οι Δικηγορικοί Σύλλογοι, οποίοι ούτε στην περίπτωση β (των κρατικών ή δημόσιων οργανισμών που λειτουργούν σαν κρατικά ν.π.δ.δ.), θα μπορούσαν να υπαχθούν, διότι η διάταξη αυτή αναφέρεται στα ν.π.δ.δ., στα οποία έχει ανατεθεί η εκπλήρωση κρατικών σκοπών που έχουν ως αντικείμενο την παροχή αγαθών ή υπηρεσιών προς τους διοικουμένους για την ικανοποίηση βασικών αναγκών τους, που καθορίζονται κάθε φορά από την έννομη τάξη, ενώ οι δικηγορικοί σύλλογοι είναι ν.π.δ.δ. σωματειακής φύσεως και έχουν ως σκοπό την οργάνωση του δικηγορικού επαγγέλματος και τη ρύθμιση και παρακολούθηση της επαγγελματικής δραστηριότητας των προσώπων που την ασκούν.» (ΑΠ 1444/2006, ομοίως και η ΔΕφΠειρ 293/1992). Επομένως, η αξίωση περί καταγραφής της εξελίξεως του προσωπικού, παραβιάζει το νόμο όπως έχει ερμηνευθεί από τα Δικαστήρια.
Σημειωτέον ότι οι υπάλληλοι των Δικηγορικών Συλλόγων δεν απογράφηκαν σύμφωνα με το δεύτερο άρθρο του ν. 3845/2010, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα και για τον επιπλέον λόγο ότι σκοπός της απογραφής είναι η δημιουργία της Ενιαίας Αρχής Πληρωμής, στην οποία οι Δικηγορικοί Σύλλογοι δεν πρόκειται να υπαχθούν, καθώς ρητώς προβλέπεται εκ του νόμου ότι έχουν ιδία περιουσία και υπόκεινται στις διατάξεις του κοινού δικαίου ως προς την απόκτηση δικαιωμάτων, την ανάληψη υποχρεώσεων (στις οποίες προδήλως υπάγεται και η εργασιακή σχέση των Δικηγορικών Συλλόγων με τους υπαλλήλους τους) και την εν γένει διαχείριση και αξιοποίηση της περιουσίας τους (αρθρ. 194 Κώδικα Δικηγόρων).
Κατόπιν τούτων, σας καλούμε όπως ανακαλέσετε τα ανωτέρω έγγραφα ως μη σύννομα, και να μην εμποδίζονται οι υπάλληλοι των Συλλόγων, με πρόσκομμα τη μη απογραφή τους να ασκούν τα νόμιμα δικαιώματά τους. Σε αντίθετη περίπτωση, δεν μπορούμε παρά να εκλάβουμε τη στάση σας, ως προσπάθεια περαιτέρω υποβάθμισης των Δικηγορικών Συλλόγων, και απόπειρα παρέμβασης στο αυτοδιοίκητο αυτών.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ
ΓΙΑΝΝΗΣ Δ. ΑΔΑΜΟΠΟΥΛΟΣ