10/2018 ΤρΕφΛαρ (Προϋπόθεση πρόσθετης παρέμβασης η ύπαρξη εκκρεμούς δίκης)

10/2018
Πρόεδρος: Αργυρώ Αρναούτη-Μπλέτσα
Εισηγήτρια: Αναστασία Κουτσογιαννούλη
Δικηγόροι: Ανδρ. Χατζηλάκος, Δημ. Γούσης

Προϋπόθεση πρόσθετης παρέμβασης η ύπαρξη εκκρεμούς δίκης, διό μη δυνατή πριν την έναρξη κύριας δίκης, ούτε μετά την περάτωσή της με έκδοση οριστικής απόφασης ή παραίτηση από την αγωγή ή αποδοχή της.
Μη αυτοτελής η ανοιγείσα με πρόσθετη (αυτοτελή ή απλή) παρέμβαση, αλλά εξαρτώμενη από την κύρια δίκη, η περάτωση της οποίας συνεπιφέρει αυτοδίκαια περάτωση της δίκης της παρέμβασης.
Επί πρόσθετης παρέμβασης δεν υπάρχει αίτημα, αφού δεν ζητεί ο παρεμβαίνων παροχή προστασίας για τον ίδιο, ούτε υποβάλλει δικαίωμα προς διάγνωση, διό δεν γεννάται ζήτημα παραδεκτού και βασίμου ή μη αυτής, αλλά εγκυρότητας ή μη αυτής και δεν απαιτείται στην απόφαση δ/ξη για την παρέμβαση.

{…} Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρου 80 ΚΠολΔ «αν σε δίκη που εκκρεμεί μεταξύ άλλων, τρίτος έχει έννομο συμφέρον να νικήσει κάποιος διάδικος,έχει δικαίωμα ως την έκδοση αμετάκλητης απόφασης, να ασκήσει πρόσθετη παρέμβαση για να υποστηρίξει το διάδικο αυτόν». Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι η πρόσθετη παρέμβαση που έχει ασκηθεί στηριζόμενη στο άρθρο 80 ΚΠολΔ (το ίδιο δε, ισχύει και για την αυτοτελή πρόσθετη παρέμβαση στηριζόμενη στο άρθρο 83 ΚΠολΔ), δεν έχει αυτοτελή και ανεξάρτητη ύπαρξη, αλλά παρακολουθηματικό χαρακτήρα, διότι ο παρεμβαίνων δεν εισάγει δική του αξίωση προς διάγνωση και απόφαση στην κύρια δίκη, αλλά προσέρχεται σε αυτή για να υποστηρίξει τις αιτήσεις κάποιου από τους αρχικούς διαδίκους (ΕφΑθ 4355/2002 Δνη 2004. 206, ΕφΑθ 8560/1991 ΝοΒ 39. 1407). Από την ίδια διάταξη προκύπτει ότι, εκτός των άλλων, απαραίτητη προϋπόθεση για την άσκηση πρόσθετης παρέμβασης είναι η ύπαρξη εκκρεμούς δίκης. Έτσι, δεν μπορεί να ασκηθεί πρόσθετη παρέμβαση, ούτε πριν από την έναρξη της δίκης ούτε, μετά την περάτωσή της, με την έκδοση οριστικής τελειωτικής απόφασης, με την παραίτηση από την αγωγή ή την αποδοχή της (βλ Κ. Μπέη ΠολΔ σελ. 431 αριθμ. 7, σελ. 438 αριθμ. 4 και σελ. 441 αριθμ. 10). Ακόμη, αν περατωθεί η κύρια δίκη με την απόρριψη της αγωγής ή του ενδίκου μέσου χωρίς να έχει δικασθεί και η πρόσθετη παρέμβαση, τότε πρέπει να απορριφθεί και η πρόσθετη παρέμβαση που ασκήθηκε με αυτοτελές δικόγραφο, γιατί δεν υπάρχει στάδιο συζήτησης αυτής, δεδομένου ότι όπως προκύπτει από την πιο πάνω διάταξη του άρθρου 80 ΚΠολΔ, η δίκη που ανοίχτηκε με την πρόσθετη παρέμβαση (και την αυτοτελή πρόσθετη παρέμβαση κατ’ άρθρο 83 ΚΠολΔ), δεν είναι αυτοτελής και ανεξάρτητη, αλλά εξαρτάται από την κύρια δίκη που έχει ανοιχτεί με την αγωγή ή το ένδικο μέσο, από την οποία δεν χωρίζεται και η περάτωση αυτής (κύριας δίκης), συνεπιφέρει αυτοδικαίως και την περάτωση της δίκης που ανοίχτηκε με την πρόσθετη παρέμβαση (ΑΠ 338/1973 ΝοΒ 21. 1170). Επομένως, στην πρόσθετη παρέμβαση (αυτοτελή ή απλή), δεν υπάρχει αίτημα αφού δεν ζητεί ο παρεμβαίνων παροχή έννομης προστασίας για τον ίδιο, ούτε υποβάλλει δικαίωμα προς διάγνωση, γι’ αυτό δεν γεννιέται ζήτημα παραδεκτού ή απαραδέκτου, βασίμου ή αβασίμου αυτής αλλά εγκυρότητας ή ακυρότητας αυτής και συνεπώς δεν απαιτείται στην απόφαση ή στο διατακτικό αυτής να περιλαμβάνεται διάταξη για την πρόσθετη παρέμβαση (ΕφΠειρ 111/2016, ΕφΑθ 5722/2011 Νόμος, πρβλ. Β. Βαθρακοκοίλη, ΚΠολΔ, τόμος Α’, άρθρο 80 αριθμ. 2, 3, σελ. 560, άρθρο 83 αριθμ. 4, 5, 20 σελ. 586, 589).
Στην προκειμένη περίπτωση εισάγονται ενώπιον του παρόντος δικαστηρίου προς εκδίκαση α) η από 11.4.2013 και με αριθμ. εκθ. καταθ. (στο Εφετείο) 53/2014 έφεση κατά της υπ’ αριθμ. 22/5.2.2013 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Βόλου, που εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία, ερήμην των εναγομένων, επί της υπ’ αριθμ. εκθ. καταθ. 471/2009 αγωγής διάρρηξης καταδολιευτικής δικαιοπραξίας, που άσκησε η ενάγουσα (εφεσίβλητη) ανώνυμη τραπεζική εταιρία με την επωνυμία «Τράπεζα Κ.» στη δικονομική θέση της οποίας, ως ειδική διάδοχος, υπεισήλθε η ανώνυμη τραπεζική εταιρία με την επωνυμία «Τράπεζα Π. ΑΕ», σύμφωνα με την υπ’αριθμ. 66/2013 απόφαση της ΕΠΑΟ της Τράπεζας Ελλάδος, το υπ’ αριθμ. 96/2013 διάταγμα της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου που δημοσιεύθηκε στο υπ’ αριθμ. 4640/2013 φύλλο της Επίσημης Εφημερίδας της Κυπριακής Δημοκρατίας και την από 26.3.2013 σύμβαση πώλησης και μεταβίβασης και β) η από 27.8.2014 και με αριθμ. εκθ. καταθ. 828/2014 αυτοτελής πρόσθετη παρέμβαση της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «Τράπεζα Π. ΑΕ» υπέρ της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «Τράπεζα Κ.», της οποίας η πρώτη, όπως προαναφέρθηκε, τυγχάνει ειδική διάδοχος, υποκαθιστά την υπέρ ης η παρέμβαση ως κύρια διάδικος, η άμεση δε δικαιοπλαστική ενέργεια της απόφασης θίγει και τις άμεσες σχέσεις αυτής (παρεμβαίνουσας).
Από τις υπ’ αριθμ. …/5.2. 2014, εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή Ε. Κ., που επικαλείται και νόμιμα προσκομίζει η εφεσίβλητη ανώνυμη τραπεζική εταιρία, προκύπτει ότι η συζήτηση της κρινόμενης έφεσης κατά της ως άνω υπ’ αριθμ. 22/5.2.2013 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Βόλου, η οποία έκανε δεκτή την αγωγή της εφεσίβλητης, επισπεύδεται με φροντίδα της εφεσίβλητης. Η τελευταία, προς το σκοπό αυτό επέδωσε νομότυπα και εμπρόθεσμα στους εκκαλούντες ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο του δικογράφου της έφεσής τους με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση για τη δικάσιμο που αρχικά είχε οριστεί, της 9.1.2015 (άρθρ.122 παρ. 1, 123, 126, 128 παρ. 1, 2 και 3, 230, 498 παρ. 1 και 3). Κατά τη δικάσιμο όμως εκείνη το Δικαστήριο ανέβαλε τη συζήτηση της έφεσης για τη δικάσιμο της 22.1.2016 και στη συνέχεια για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και έγινε η σχετική εγγραφή στο οικείο πινάκιο, η οποία επέχει θέση κλήτευσης ως προς όλους τους διαδίκους (άρθρο 498 παρ. 2, 226 παρ. 4 ΚΠολΔ, ΑΠ 165/2012 Νόμος, βλ. περί της ισχύος της πλασματικής αυτής κλήτευσης ΑΕΔ 33/1995 Δνη 1995. 571, ΕφΑθ 5959/1995 Δνη 1996.161). Κατά την παραπάνω δικάσιμο, οι εκκαλούντες δεν παρέστησαν κατά την εκφώνηση της υπόθεσης στη σειρά της από το πινάκιο του Δικαστηρίου, ούτε εκπροσωπήθηκαν από πληρεξούσιο δικηγόρο, ούτε κατατέθηκε η κατά το άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ δήλωση ότι δεν επιθυμούν να παραστούν στη συζήτηση και επομένως, πρέπει να δικαστούν ερήμην. Ενόψει λοιπόν των ανωτέρω και των όσων εκτενώς αναπτύσσονται στην προηγηθείσα νομική σκέψη, η υπό κρίση έφεση η οποία αρμόδια και παραδεκτά φέρεται προς εκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 ΚΠολΔ), πρέπει να απορριφθεί ως ανυποστήρικτη, χωρίς να ακολουθήσει περαιτέρω έρευνά της, λόγω της ερημοδικίας των εκκαλούντων (βλ. και Μιχαήλ Μαργαρίτη ΕρμΚΠολΔ τόμος I άρθρο 524 αριθμ. 31-35).
Περαιτέρω, αναφορικά με τη δίκη που ανοίχτηκε με την αυτοτελή πρόσθετη παρέμβαση, για την οποία οι καθών κλητεύθηκαν νόμιμα και εμπρόθεσμα, όπως και στην κύρια δίκη, για να παρασταθούν κατά τη δικάσιμο που αρχικά είχε οριστεί, της 9.1.2015 κατά την οποία η εκδίκαση των υποθέσεων όπως προαναφέρθηκε ανεβλήθη για τη δικάσιμο της 22.1.2016 και στη συνέχεια για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και έγινε η σχετική εγγραφή στο οικείο πινάκιο, η οποία επέχει θέση κλήτευσης ως προς όλους τους διαδίκους (βλ. τις υπ’ αριθμ. …/18.9.2014 εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή Δ. Ν.) επειδή η πρόσθετη παρέμβαση δεν είναι, όπως αναλυτικά εκτέθηκε στην μείζονα σκέψη της παρούσας, αυτοτελής και ανεξάρτητη, αλλά συνιστά παρεμπίπτουσα δίκη, η οποία εξαρτάται από την κύρια δίκη που ανοίχτηκε με το ένδικο μέσο, από την οποία δεν δύναται να χωρισθεί (ΕφΘεσ 1931/1983), η υπό κρίση αυτοτελής πρόσθετη παρέμβαση είναι απορριπτέα…